Όλα τα άρθρα του/της π. Στυλιανός Χαρπαντίδης

O Βίος του Αγίου Αρτεμίου του Μεγαλομάρτυρος

 

Ὁ πάντα λαμπρὸς Ἀρτέμιος ἐν βίῳ,
Τμηθεὶς ἀπῆλθεν εἰς ὑπέρτατον κλέος.
Εἰκάδι Ἀρτέμιος πυκινόφρων αὐχένα τμήθη.

Ο Άγιος Αρτέμιος ήταν διακεκριμένος πολιτικός του Βυζαντίου και ευσεβέστατος χριστιανός. Ο Μέγας Κωνσταντίνος, εκτιμώντας τα ηθικά και πολιτικά του χαρίσματα, του έδωσε το αξίωμα του πατρικίου και τον διόρισε Δούκα και Αυγουστάλιο της Αλεξανδρείας. Συνέχεια ανάγνωσης O Βίος του Αγίου Αρτεμίου του Μεγαλομάρτυρος

Οσία Παρασκευή η νέα η Επιβατηνή o Βιος της

 

 

Οσία Παρασκευή η νέα η Επιβατηνή                                                                     

Οι άγιοι της Εκκλησίας μας είναι εκείνοι που εφάρμοσαν στη ζωή  τους τον Νόμο του Θεού. Είναι εκείνοι που έκαναν πράξι το Νόμο του Ευαγγελίου. Με την αγία τους ζωή δίνουν απάντησι σ’ όλους εκείνους που λέγουν ότι δεν μπορεί να εφαρμοστή το Ευαγγέλιο και ότι «τω καιρώ εκείνω» υπήρχαν άγιοι. Σήμερα που το κακό παράγινε και η κοινωνία μας πάει να γίνη ζούγκλα αγρίων θηρίων, οι άγιοι απαντούν ότι και σήμερα και πάντα μπορούμε να γίνουμε άγιοι. Σ’ όλες τις εποχές υπήρχαν οι δυσκολίες και οι πειρασμοί. Όμως οι άγιοι, έχουν ένα μυστικό. Και αυτό το μυστικό φέρνουν σ’ εμάς. Να αγαπούμε τον Ιησού Χριστό πάνω από όλα μ’ όλη τη δύναμι της ψυχής μας και αν παραστή ανάγκη να πεθάνουμε για τον Κύριο μας, αφού πρώτος Αυτός μας αγάπησε και σταυρώθηκε για την αιώνια σωτηρία μας. Αυτοί μιμήθηκαν τον Χριστό και μεις πρέπει να τους μιμηθούμε. «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού» λέγει ο θείος Παύλος. «Ζω δε ουκέτι εγώ αλλά ζει εν εμοί Χριστός» συμπληρώνει ο ίδιος Απόστολος.

Να γιατί πρέπει να μελετούμε τη ζωή των αγίων μας που είναι γραμμένη στα συναξάρια της Εκκλησίας και να τους προβάλλουμε σαν παράδειγμα προς μίμησι. Αυτός είναι και ο πιό καλός τρόπος να τιμήσουμε τη μνήμη τους όταν εορτάζουν. «Μνήμη αγίου, μίμησις αγίου» λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.

 

ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ

Μέσα στη χορεία των Άγιων, των μαρτύρων και Οσίων που ανέδειξε η Εκκλησία μας, συγκαταλέγεται και η οσία Παρασκευή η Νέα.

Η οσία Παρασκευή γεννήθηκε στους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης στο τέλος του 10ου ή αρχές του 11 ου αιώνα.

Ο πατέρας της ονομαζόταν Νικήτας – δεν γνωρίζουμε το όνομα της μητέρας της – εγέννησεν και έτερον υιόν τον μετέπειτα άγιον Επίσκοπον Μαδύτου, Ευθύμιον τον Μυροβλύτην. Ο άγιος Ευθύμιος ο Μυροβλύτης επίσκοπος Μαδύτου, πόλεως της Ανατολικής Θράκης κοντά στα Δαρδανέλλια, είναι αδελφός της οσίας Παρασκευής. Ο πατέρας τους, ο ευλογημένος Νικήτας απέθανεν ενωρίς και έτσι έμειναν ορφανά από πατέρα. Η μητέρα τους τον άγιο Ευθύμιο τον έφερε από νέο σε κάποιο μοναστήρι της Κωνσταντινουπόλεως, όπου για τριάντα χρόνια ασκήτεψε και απέκτησε φήμη μεγάλου ασκητού και Αγίου, γι αυτό και ο Επίσκοπος Περίνθου τον εχειροτόνησε διάκονο. Αργότερα εχειροτονήθη πρεσβύτερος και τέλος Επίσκοπος Μαδύτου. Η αγία του ζωή και η δράσις του τον έκαναν γνωστό και στον αυτοκράτορα Βασίλειο τον Β'(976 -1025) ο όποιος ήλθε στην Μάδυτο και επισκέφθηκε τον Άγιο.

Η ευλογημένη μητέρα απερίσπαστη ασχολήθηκε με την ανατροφή της μικρής Παρασκευής. Την ανέθρεψε με φόβο και νουθεσία Κυρίου κατά την εντολήν του Κυρίου μας. Επήγαινε τακτικά με την μητέρα της στην Εκκλησία, άκουε και μελετούσε τον Νόμο του Θεού και προσπαθούσε να τον εφαρμόση. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός που συνέβη όταν πήγε κάποτε στην Εκκλησία σε ηλικία δέκα ετών και άκουσε το Ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας. Αναφερόταν στο διάλογο του πλουσίου νέου με τον Κύριο. «Πούλησε τα υπάρχοντα σου και μοίρασέ τα στους πτωχούς και ακολούθησέ με», είπε ο Κύριος στον πλούσιο νέο, που ήθελε να κληρονομήση τη Βασιλεία του Θεού. Για μένα τα λέγει, είπε η μικρή Παρασκευή, όπως κάποτε ο άγιος Αντώνιος που άκουσε το ίδιο Ευαγγελικό ανάγνωσμα, και βγαίνοντας από το Ναό, την πρώτη πτωχή που συνάντησε της έδωσε τα ρούχα της και ντύθηκε τα φτωχικά. Αυτό το έκανε συχνά. Μοίραζε τα ρούχα της στα πτωχά παιδιά και το φαγητό της στα παιδιά του σχολείου.

Μία άλλη φορά συνάντησε μία πτωχή κόρη και θέλησε να την ελεήση με χρήματα. Λυπήθηκε γιατί δεν είχε μαζί της. Τότε χωρίς δισταγμό βγάζει το χρυσό σταυρό που φορούσε και το δίνει στην πτωχή. Δεν είναι σωστό, της είπε η παιδαγωγός της και την μάλωσε, να δίνης ελεημοσύνη τον σταυρό σου. Η μικρή Παρασκευή απεκρίθη. Ο Σταυρός του Κυρίου μας δεν δείχνει την αγάπη, την ευσπλαχνία, τη θυσία του Κυρίου για μας; Γιατί λοιπόν ο δικός μου Σταυρός που υπενθυμίζει όλα αυτά, αγάπη, ευσπλαχνία, έλεος, θυσία, να μη δοθή ως ελεημοσύνη και να ανακούφιση την φτώχεια της κόρης αυτής; Αλήθεια, πόσοι χριστιανοί φορούμε σαν κόσμημα και στολίδι, πανάκριβο σταυρό – το σημάδι και σύμβολο της πιό μεγάλης αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο «τοσούτον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμο ώστε τον Υιόν Του έδωκε ίνα σταυρωθή» – και γύρω μας υπάρχει τόση φτώχεια, πόνος θλίψι και εμείς μένουμε ασυγκίνητοι; Γιατί δεν μάθαμε να αγαπούμε τον Κύριο μας και τους αδελφούς Του τους ελαχίστους. Γιατί δεν μάθαμε να σταυρώνουμε τη φιλαυτία, τον εγωισμό μας. Γιατί δεν κάναμε πράξι το «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν». Μ’ ένα λόγο ξεχάσαμε την εντολή της αγάπης, το γνώρισμα από όπου θα φαίνεται ότι είμαστε μαθηταί του Χριστού μας.

Η μητέρα της χαιρόταν για την πνευματική πρόοδο της κόρης της και φρόντιζε περισσότερο να την μεγαλώση με τα νάματα της Εκκλησίας. Να αφιέρωση την αγία κόρη της εξ ολοκλήρου στο Θεό.

Ήθελε η μητέρα της να την μεγαλώση «μετά αιδούς και σωφροσύνης, κοσμείν εαυτήν μη εν πλέγμασιν ή χρυσώ ή μαργαρίταις ή ιματισμώ πολυτελεί, άλλ’ ;ό πρέπει γυναιξίν επαγγελομέναις θεοσέβειαν δι’ έργων αγαθών» όπως λέγει ο θείος Παύλος. Δηλαδή να μη χρησιμοποιή καλλυντικά, ούτε να στολίζεται με χρυσαφικά και με μαργαριτάρια, ούτε πολυτελή ενδύματα, αλλά να είναι τιμημένη και σώφρων καθώς ταιριάζει σε χριστιανές γυναίκες οι οποίες θέλουν να αρέσουν στο Χριστό με έργα αγαθά και όχι με στολίδια. Ακούτε όσοι έχετε θυγατέρες πώς πρέπει να τις παιδεύετε και όχι να γίνετε κακό παράδειγμα με την συμπεριφορά σας.

ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Η καρδιά της Οσίας φλεγόταν για τον αγαπημένο Νυμφίο της ψυχής της. «Η αμνάς σου Ιησού κράζει μεγάλη τη φωνή, Σε Νυμφίε μου ποθώ και Σε ζητούσα αθλώ και συσταυρούμαι και συνθάπτομαι τω βαπτισμώ Σου». Τα λόγια αυτά ταιριάζουν στο στόμα της Οσίας. Σε μιά ηλικία που σε άλλες νέες αρχίζουν οι πρώτες ανησυχίες και τα σκιρτήματα της εφηβικής καρδίας και οι πρόωροι έρωτες και το κατρακύλισμα στο κακό και την αμαρτία και χάνονται ψυχικά και σωματικά, η Οσία βρήκε το δρόμο της. Είχε από μικρή ετοιμαστή. Έχει υψηλούς οραματισμούς, έχει σκοπό και πρόγραμμα στη ζωή της. Ξέρει το νόημα της αληθινής ζωής. Έχει στραμμένη την πυξίδα της καρδιάς στον πόλο έλξεως, στον Ιησού Χριστό. Έτσι σε ηλικία δέκα πέντε ετών εγκαταλείπει το πατρικό σπίτι των γονέων της και πηγαίνει στο σπίτι του Θεού Πατέρα. Που πήγε η νεαρή Παρασκευή, ρωτούν πολλοί. Μα που άλλου παρά στο σπίτι του Μεγάλου Πατέρα του Θεού, στην Εκκλησία. Ναι, η Εκκλησία είναι το σπίτι του πραγματικού Πατέρα μας Θεού και εκεί πρέπει να βρισκόμαστε συχνά. Δυστυχώς οι πιό πολλοί άνθρωποι και ιδιαίτερα οι νέοι μας ξέχασαν την πόρτα της Εκκλησίας και μαζεύονται στο σπίτι και τα στέκια του διαβόλου, τα αμαρτωλά και νυχτερινά κέντρα της αμαρτίας. Εκεί όπου καλλιεργείται η διαφθορά, διακινούνται οινοπνευματώδη ποτά και τα ναρκωτικά. Εκεί όπου ο Σατανάς σαν άλλη Κίρκη με το μαγικό ραβδί του μεταβάλλει τα παιδιά μας σε άβουλα κτήνη. Και ο άνθρωπος ο κατ’ εικόνα και ομοίωσι Θεού πλασθείς και τιμημένος με δόξα και τιμή από το Θεό, το παραγνώρισε και έμοιασε με τα αλόγα κτήνη. Το βεβαιώνει ο ψαλμωδός «Άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε, παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς».

Η οσία Παρασκευή πήγε στην Κωνσταντινούπολι και αφού προσκύνησε όλα τα άγια προσκυνήματα της βασιλεύουσας, πηγαίνει στην Μικρά Ασία, στην Ηράκλεια του Πόντου και παραμένει για πέντε ολόκληρα χρόνια στον Ιερό Ναό της Παναγίας. Η ζωή της είναι μιά άσκησι. Προσευχή, νηστεία, αγρυπνία, ουράνια χαρίσματα. Μένει και υπηρετεί στην Εκκλησία. Όλοι την αγαπούν, γιατί βλέπουν την αγία ζωή της, την σκληρή άσκησι που κάνει. Προσευχή αδιάλειπτη, δάκρυα, μετάνοιες, τακτικός εκκλησιασμός και συχνή θεία Κοινωνία. Γίνεται το παράδειγμα προς μίμησι. Οι μητέρες συμβουλεύουν τις θυγατέρες τους να μοιάσουν την νεαρή Παρασκευή, που έχει νου και γνώσι μεγάλου πνευματικού ανθρώπου. Πέντε ολόκληρα χρόνια σκληρής ασκήσεως. Όλοι μιλούν γι’ αυτήν στην Ηράκλεια του Πόντου.

ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ.

Στην Ηράκλεια του Πόντου όπου ζη ασκητικά, κέρδισε την αγάπη, την εκτίμησι και την συμπάθεια του κόσμου. Η Οσία προσεύχεται και παρακαλεί τον Κύριο να την αξιώση να προσκύνηση τους αγίους τόπους. Να μπόρεση να δη με τα μάτια της εκεί όπου γεννήθηκε, την φάτνη της Βηθλεέμ, τη Ναζαρέτ όπου μεγάλωσε, τον Ιορδάνη όπου βαπτίσθηκε, εκεί όπου κήρυξε και θαυματούργησε και προπαντός το φρικτό Γολγοθά όπου σταυρώθηκε και όλα γενικά τα προσκυνήματα. Δεν προφθαίνει να τελείωση την παράκλησί της και ο Κύριος ανταποκρίνεται και εκπληρώνει με θαυμαστό τρόπο την αγία επιθυμία της. Ένας όμιλος Χριστιανών ετοιμάζεται για να μεταβή στους αγίους Τόπους. Μερικοί Χριστιανοί την προτείνουν να την πάρουν μαζί τους. Σκίρτησε από χαρά και αγαλλίασι η καρδιά της. Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο, γιατί επάκουσε την προσευχή της δούλης Του. Ο Θεός πάντα ακούει τις καλές και αγίες επιθυμίες μας που είναι για το καλό μας. Η χαρά και τα δάκρυα της δεν περιγράφονται όταν αντικρίζη την αγία πόλι, την Ιερουσαλήμ. Η καρδιά της πάει να σπάση. Τα δάκρυα της δεν σταματούν. Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριο και πάντα τα εντός μου το όνομα το άγιον Αυτού σιγοψιθυρίζει. Ασπάζεται τον τίμιο Σταυρό στον Γολγοθά, τον Πανάγιο Τάφο, την Γεσθημανή, την φάτνη στη Βηθλεέμ και όλα τα άγια προσκυνήματα, πατεί την αγία Γη, εκεί όπου περπάτησε ο «κάλλει ωραίος παρά πάντας ανθρώπους». Και παίρνει μιά απόφασι, να μείνη για πάντα στους αγίους Τόπους. Να προσεύχεται εκεί που γονάτισε και προσευχήθηκε ο Κύριος, ο τίμιος Πρόδρομος, οι άγιοι Απόστολοι. Εκεί οπού έλαμψε και μεγαλούργησε η πρώτη Εκκλησία. Να μείνη σε κάποιο ερημικό μοναστήρι από τα πολλά που υπήρχαν εκεί. Πηγαίνει στην έρημο του Ιορδάνη. Περιπατεί όπου περιπάτησε η αγία Μαρία η Αιγύπτια. Βρίσκει ένα γυναικείο μοναστήρι στην έρημο του Ιορδάνη και μένει σ’ αυτό.

Η παραμονή της στο μοναστήρι, στην έρημο του Ιορδάνη αποτελεί μιά νέα περίοδο της αγίας ζωής της. Γνωρίζει τον μοναχισμό, αγωνίζεται σκληρά και σε λίγο καιρό ξεπέρασε όλες τις άλλες μοναχές στην άσκησι, στην αγρυπνία, την προσευχή, την υπακοή και προπαντός την ταπείνωσι, την μητέρα των αρετών. Μιμείται τον καθηγητή της ερήμου, τον Τίμιο Πρόδρομο, τον ένσαρκο άγγελο και δεύτερο πρόδρομο της παρουσίας Χριστού Ηλίαν τον ένδοξο και την οσία Μαρία την Αιγύπτια η οποία ασκήτεψε σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια στην περιοχή αυτή, την έρημο του Ιορδάνη. Υποφέρει με καρτερία τον καύσωνα της ημέρας και το ψύχος της νύχτας. Η τροφή της είναι άγρια χόρτα και καρποί δένδρων. Και το νερό λιγοστό και με το μέτρο το πίνει.

Απόφασί της είναι να μείνη στην έρημο του Ιορδάνη όπου γεύτηκε τις πιό πολλές πνευματικές χαρές. «Ταις των δακρύων της ροαίς της ερήμου το άγονον εγεώργησε και τοις εκ βάθους στεναγμοίς εις εκατόν τους πόνους εκαρποφόρησε». Στολισμένη με τις αγγελικές αρετές στην έρημο συνεχίζει τον αγώνα της. Μιά νύχτα, όπως πάντα, αγρυπνεί παραδομένη στην προσευχή και την άσκησι, με υψωμένα τα χέρια στον ουρανό – αυτή ήταν η πιό αγαπημένη της στάσι, υψωμένα τα χέρια γονατιστή προσευχόταν – είδε μιά θεϊκή οπτασία, ένα φωτεινό άγγελο με μορφή νέου, ο όποιος ήρθε κοντά της και της είπε. «Άφησε την έρημο και γύρισε στην πατρίδα σου όπου θα εναποθέσης το σώμα σου στη γη – γη είσαι και στη γη θα επιστρέψης – την δε ψυχή σου θα την οδήγησης στον ουρανό κοντά στον Νυμφίο σου, τον οποίο αγάπησες περισσότερο από γονείς, συγγενείς και όλα τα αγαθά του κόσμου». Κατάλαβε ότι ήταν θεϊκή οπτασία και είχε μεγάλη χαρά για τον χωρισμό από τη γη και την αναχώρησι για τον ουρανό. Γιατί ο πιστός Χριστιανός δεν έχει εδώ μόνιμη πατρίδα, αλλά την μέλλουσα επιζητεί κατά τον θείο Παύλο. «Ούκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». Λυπήθηκε όμως γιατί άφηνε την αγαπημένη της έρημο, την αγία παλαίστρα, το στάδιο των αρετών, όπου χάλκευσε και ατσάλωσε την θέλησί της. Τίποτε άλλο δεν καθαρίζει την ψυχή και δεν φέρνει κοντά στο Θεό όπως η έρημος και η ησυχία. «Τοις ερημικοίς, ζωή μακαρία εστί, θεϊκώ έρωτι πτερουμένοις».

Ύστερα λοιπόν από την θεϊκή εντολή, εγκαταλείπει την αγαπημένη της έρημο και σε ηλικία είκοσι πέντε ετών επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολι. Εδώ επισκέπτεται το θαύμα των αιώνων, το μεγαλοπρεπή Ναό της του Θεού Σοφίας, την Παναγία την Βλαχέρνα και τα άλλα προσκυνήματα. Σαν εργατική μέλισσα που ρουφά το νέκταρ από τα ανοιξιάτικα λουλούδια περιέρχεται όλα τα προσκυνήματα και τους ενάρετους ασκητάς και παίρνει πλούσιες τις ευλογίες. Μπροστά στην εικόνα την θαυματουργή της Παναγίας της Βλαχέρνας γονατίζει, υψώνει τα χέρια και χύνοντας θερμά δάκρυα προσεύχεται. «Παναγία Δέσποινα, σ’ εσένα στηρίζω ολόκληρη την ζωή μου, σε σένα ανέθεσα την ελπίδα μου. Μη με απόρριψης την φτωχή δούλη σου, μη με σιχαίνεσαι την αμαρτωλή. Από μικρή αγάπησα τον Υιό σου και Θεό μου. Εσύ γνωρίζεις την αδυναμία της γυναικείας φύσεως και τα σφάλματα μου. Δεν έχω άλλη ελπίδα. Εσύ είσαι ο φύλακας ολόκληρης της ζωής μου. Στην έρημο εσένα είχα βοηθό και τώρα που γύρισα στον κόσμο εσύ γίνε βοηθός μου. Γι’ αυτό, Παναγία μου, μείνε κοντά σε μένα την φτωχή και γίνε σύμβουλος και οδηγός μέχρι τέλους τής ζωής μου».

Αφού προσευχήθηκε και πήρε άφθονες ευλογίες, ξεκίνησε να επιστρέψη στην Πατρίδα της. Κατά μία μαρτυρία ήρθε στους Επιβάτες όπου ίδρυσε φιλόπτωχο αδελφότητα, υπηρέτησε στο Ναό και βοηθούσε τους πάσχοντας, χήρες, ορφανά, γέροντες, αρρώστους και όλους όσοι είχαν ανάγκη. Κατά την άλλη μαρτυρία – την πιό πιθανή – ήρθε στην Καλλικράτεια Ανατολικής Θράκης και υπηρέτησε στο ναό των Αγίων Αποστόλων. Πέρασε δύο ολόκληρα χρόνια στον ναό των Αγίων Αποστόλων της Καλλικρατείας, ως ξένη και άγνωστος.

 

ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΟΣΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

Σε ηλικία μόλις είκοσι επτά ετών παρέδωσε την αγία ψυχή της στα χέρια του Κυρίου της τον οποίον αγάπησε από μικρό παιδί. Το σώμα της το έθαψαν κοντά στη θάλασσα.

Πέρασαν πολλά χρόνια. Λησμονήθηκε η ξένη που ασκήτεψε και υπηρέτησε το Ναό τους. Ο Θεός όμως που δοξάζει αυτούς που τον αγάπησαν δεν την ξέχασε. Μετά από πολλά χρόνια η θάλασσα έβγαλε στην παραλία της Καλλικρατείας το σώμα κάποιου ναύτη.

Το σώμα του νεκρού ναύτη προκαλούσε ανυπόφορη δυσοσμία και κανείς δεν τολμούσε να περάση από το μέρος εκείνο. Εκεί κοντά ασκήτευε ένας στυλίτης μοναχός και προσευχόταν νύχτα μέρα. Δεν άντεξε στην δυσοσμία ο στυλίτης μοναχός, κατέβηκε από την κολόνα και παρεκάλεσε μερικούς να σκάψουν και να θάψουν το νεκρό σώμα. Αυτοί δέχτηκαν την παράκλησι του μονάχου. Την ώρα που έσκαβαν, βρήκαν ένα άφθαρτο σώμα στη γη. Απόρησαν, όμως άπειροι καθώς ήταν, δεν έδωσαν σημασία στο γεγονός και πέταξαν το δύσοσμο σώμα του ναύτη στον ίδιο τάφο και σκέπασαν τα σώματα. Ξεχάστηκε το συμβάν.

Ένας ευλαβής από το χωριό, ονόματι Γεώργιος, αγαπούσε τον Χριστό μας και συχνά προσευχόταν τις νυχτερινές ώρες στο σπίτι. Μιά καλή και άγια συνήθεια που και σήμερα ευλαβείς συνηθίζουν να προσεύχωνται. Προσεύχονται ως αργά την νύχτα, την ώρα που άλλοι αμαρτάνουν στα ποικιλώνυμα νυχτερινά κέντρα. Τα ξημερώματα τον πήρε για λίγο ο ύπνος και είδε μιά λευκοφορεμένη σαν βασίλισσα, καθισμένη σ’ ένα λαμπρό θρόνο και περικυκλωμένη από πλήθος λαμπρών στρατιωτών.

Όταν τους είδε ο φιλόχριστος φοβήθηκε και έπεσε στη γη και δεν τολμούσε να βλέπη την δική τους λαμπρότητα και ομορφιά. Ένας από τους λαμπροφορεμένους στρατιώτες τον έπιασε το χέρι, τον σήκωσε και του είπε: «Γεώργιε, γιατί περιφρονήσατε το σώμα της οσίας Παρασκευής; Πάρτε το γρήγορα και βάλτε το σε κιβώτιο λαμπρό, γιατί ο Βασιλιάς του ουρανού την τίμησε στον ουρανό και θέλει να την δοξάση στη γη». Και η λευκοφορεμένη βασίλισσα του είπε: «Πάρτε γρήγορα το λείψανό μου και βάλτε το σε λαμπρό χώρο, γιατί δεν μπορώ να υποφέρω την δυσοσμία αυτού του ανθρώπου». «Άρον τας σάρκας μου μακράν από εδώ. Ήλιος δε ούσα και φως αύτη, σκότος και δυσωδίαν ουκ ηνείχετο». Του αποκαλύπτει δε και τον τόπον όπου ήταν θαμμένη και το όνομά της και τον τόπο καταγωγής της.

Το ίδιο βράδυ και μιά άλλη ευλογημένη γυναίκα του χωριού, η ευλαβής Ευφημία είδε στον ύπνο της παρόμοιο όραμα. Το πρωί διηγήθηκαν και οι δύο το όραμά τους στους συγχωριανούς των. Όλοι έτρεξαν στον τάφο και βρήκαν το άφθαρτο σώμα της Οσίας να ευωδιάζει και έκανε πολλά θαύματα την ώρα που το μετέφεραν με την συνοδεία ιερέων και του πιστού λαού στον ναό των αγίων Αποστόλων. Τα θαύματα που ακολούθησαν τόσο στο χωριό όσο και στα γύρω χωριά που άκουσαν και έφεραν τους ασθενείς, βεβαιώνουν την αγιότητά της. Ασθενείς, ανάπηροι, δαιμονισμένοι και κάθε είδους αρρώστιες εθεραπεύοντο. Το Ιερό και άγιο σκήνωμα της έγινε πηγή ιάσεων. Πλήθη πιστών προσέτρεχαν καθημερινά να ασπασθούν το άγιο λείψανο και να παρακαλέσουν την Οσία να μεσιτεύση στον Κύριο για τα προβλήματα που τους απασχολούσαν.

Το σεπτό λείψανο της οσίας Παρασκευής παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα ως πολύτιμος θησαυρός στον ναό των αγίων Αποστόλων της Καλλικρατείας.

Κατά παραχώρησι Θεού, εξαιτίας των αμαρτιών μας, επέτρεψε ο Κύριος η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και η πόλις του Αγίου Κωνσταντίνου να υποκύψουν στους φράγκους σταυροφόρους. Αφού κυρίεψαν την Κωνσταντινούπολι και ολόκληρη την αυτοκρατορία οι φράγκοι κατακτητές άρπαξαν αδιάντροπα όλα τα ιερά σκεύη, κειμήλια, βιβλία, αγάλματα και αυτά ακόμη τα άγια λείψανα και τα στείλανε στην φραγκιά. Λεηλάτησαν κυριολεκτικά όλη την αυτοκρατορία οι πολιτισμένοι της Δύσεως και πλούτισαν τα μουσεία τους με τους κλεμμένους θησαυρούς μας. Και καυχώνται από πάνω ότι είναι πολιτισμένοι και μεις απολίτιστοι.

Την εποχή αυτή ο βασιλιάς των Βουλγάρων Ιωάννης Ασέν ο Β’ πίεζε ασφυκτικά τους φράγκους και ζήτησεν από τις λατινικές αρχές της Κωνσταντινουπόλεως να του παραδώσουν το λείψανο της τοπικής Αγίας, της οσίας Παρασκευής της Νέας, διότι η θαυματουργική δύναμι και τα θαύματα της, σύμφωνα με τις διηγήσεις των πιστών, του προκάλεσαν μεγάλη εντύπωσι. Οι φράγκοι προκειμένου να συνάψουν αγαθές σχέσεις και μπροστά στον κίνδυνο, του έδωσαν το λείψανο της οσίας Παρασκευής το 1238. Με πολλές τιμές και πανηγυρισμούς μεταφέρθηκε στην δεύτερη πρωτεύουσα της Βουλγαρίας στο Μεγάλο Τύρνοβο. Εδώ παρέμεινε το άγιο λείψανο ως το 1393. Με την ήττα των Βουλγάρων από τους Τούρκους μεταφέρεται για λίγο στο Βιδίνιο (1393-1398) και μέσω Βιδινίου στο Βελιγράδι της Σερβίας, όπου παρέμεινε ως το 1521. Στο Βελιγράδι υπάρχει Ναός και αγίασμα της Οσίας και τιμάται ιδιαίτερα στη Σερβία. Το έτος αυτό 1521 ο Σουλεϋμάν ο μεγαλοπρεπής κυριεύει το Βελιγράδι και όλα τα Βαλκάνια. Άκουσε για τα θαύματα της οσίας Παρασκευής. Ρώτησε και έμαθε περισσότερα για τα θαύματα που έκανε το άγιο λείψανο, το πήρε και το έστειλε στην Κωνσταντινούπολι και τοποθετήθηκε στο Ναό της Παμμακάριστου όπου ήταν το Πατριαρχείο, αφού παρέμεινε στη Σερβία 125 ολόκληρα χρόνια.

Εδώ κλείνει και η πρώτη φάσις της περιοδείας των αγίων λειψάνων της οσίας Παρασκευής. Η πορεία αυτή του ιερού λειψάνου στους Βαλκανικούς λαούς είναι ενδεικτικό της ενότητος των ορθοδόξων λαών, αφού ξεκίνησε από το κέντρο της Ορθοδοξίας βοήθησε στην σύσφιξι των σχέσεων και επέστρεψε πάλιν εκεί από όπου είχε ξεκινήσει. Και παλαιότερα αλλά και στις ημέρες μας υπάρχει αυτή η καλή συνήθεια, λείψανα αγίων, θαυματουργές εικόνες, ο Σταυρός με τίμιο Ξύλο, συχνά κάνουν περιοδείες στις διάφορες χώρες για αγιασμό των πιστών και ευλογία, για να τονωθή το θρησκευτικό φρόνημα των πιστών και να βοηθήσουν στην σύσφιξι των σχέσεων και στην ενότητα των ορθοδόξων λαών. Πολύ πρόσφατα στις ημέρες μας η Ιερά Μονή Ξηροποτάμου του αγίου Όρους έστειλε με αντιπροσωπεία μοναχών τεμάχιον Τιμίου Ξύλου με τον τίμιο Σταυρό στην Ρουμανία και Βουλγαρία. Ο λαός και στις δύο ορθόδοξες χώρες υποδέχθηκε με πολύ ευλάβεια και ενθουσιασμό το Τίμιο Ξύλο. Ο ίδιος ο Πατριάρχης με μητροπολίτες, ιερείς, μοναχούς και πλήθος κόσμου υποδέχονταν με τιμές και έστρωναν τους δρόμους με λουλούδια και ρούχα για να περάσει ο Σταυρός του Κυρίου μας με το Τίμιο Ξύλο. Ο Τίμιος Σταυρός είναι το σύμβολο της θυσίας, της αγάπης, της νίκης και της ενότητος των λαών. Είναι ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, πιστών το στήριγμα, αγγέλων η δόξα και των δαιμόνων το τραύμα. Στη μονή Ξηροποτάμου του Αγίου Όρους σώζεται το μεγαλύτερο τεμάχιο από τον Τίμιο Σταυρό που σταυρώθηκε ο Κύριος μας.

Η χιλιόχρονη Αυτοκρατορία, η Ρωμανία των Παλαιολόγων, η άγια Σοφιά, το μέγα μοναστήρι με τα τετρακόσια σήμαντρα και τις εξηνταδυό καμπάνες δεν υπάρχει πια. Οι ορθόδοξοι λαοί των Βαλκανίων στενάζουν κάτω από το ζυγό του άπιστου αγαρηνού πληρώνοντας φόρους και την ίδια τη ζωή τους. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο συναντά πολλές δυσκολίες. Το χρέος από τη φορολογία μεγαλώνει. Στενά πανταχόθεν. Τη δύσκολη αυτή στιγμή ο ηγεμόνας της Μολδαβίας Βασίλειος Λούπου αναλαμβάνει να ξεχρεώση το Πατριαρχείο. Επλήρωσε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και απάλλαξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο από το χρέος που είχε. Επλήρωσε για το πρώτο χρέος δύο εκατομμύρια άσπρα και σαράντα οκτώ χιλιάδες άσπρα για το δεύτερο χρέος. Ο Πατριάρχης Παρθένιος ο γέρων από ευγνωμοσύνη στον ηγεμόνα με απόφασι της Ιεράς Συνόδου έδωσε ως δώρο το λείψανο της όσίας Παρασκευής.

Το Λείψανο κατέβασαν κρυφά από τις τουρκικές αρχές από τα τείχη της πόλεως και το μετέφεραν ασφάλεια στο Ιάσιο της Ρουμανίας, στην έδρα του ηγεμόνα Βασιλείου Λούπου το έτος 1641. Για την μεταφορά και τις εορταστικές εκδηλώσεις ο ηγεμόνας εξώδευσε το ποσό των τετρακοσίων εξήντα οκτώ χιλιάδων άσπρων.

Αρχικά τοποθετήθηκε το άγιο λείψανο στον Ιερό Ναό των Τριών Ιεραρχών, ένα μεγαλοπρεπή Ναό που κτίσθηκε τότε με πολλά έξοδα. Στο Ναό των Τριών Ιεραρχών παρέμεινε το άγιο λείψανο ως το 1888. Ας σημειωθή ότι η Ελληνική Επανάστασι του 1821 ξεκίνησε από το Ιάσιον της Μολδαβίας.

Στο προαύλιο του Ναού των Τριών Ιεραρχών, όπου φυλασσόταν το λείψανο της οσίας Παρασκευής, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ύψωσε το λάβαρο της Επαναστάσεως την 22αν Φεβρουαρίου 1821 και κήρυξε την επανάστασι του Ελληνικού Έθνους εις τον υπέρ ελευθερίας αγώνα. Οι ήρωες της επαναστάσεως και οι σπουδαστές άφησαν τα θρανία και τα βιβλία και κατατάχθηκαν στο στρατό του Υψηλάντη. Σχημάτισαν τον Ιερό Λόχο, που αργότερα έπεσαν στο Δραγατσάνι ηρωικώς μαχόμενοι υπέρ πίστεως και Πατρίδος και πότισαν με το αίμα τους το δένδρο της Ελευθερίας. Προσευχήθηκαν στο Ναό, ασπάσθηκαν το άγιο Λείψανο της οσίας Παρασκευής και ορκίσθηκαν να πολεμήσουν για του Χριστού την πίστι την αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία. Απ’ εδώ ξεκίνησε η απελευθέρωσις της Πατρίδος μας. Οι πρεσβείες της οσίας Παρασκευής βοήθησαν στην απελευθέρωσι, αναπτέρωσαν το ηθικό των παληκαριών μας. Πόσες ευχαριστίες πρέπει να στείλουμε στην Οσία και να την παρακαλούμε για την ειρήνη και ευημερία του λαού μας.

Στις 27 Δεκεμβρίου 1888 μεταφέρθηκε το Ιερό Λείψανο της οσίας Παρασκευής στον νέο Ναό που τιμάται στη μνήμη της. Η μεταφορά στον νέο Ναό έγινε όταν ήταν Μητροπολίτης ο άγιος Επίσκοπος Ιωσήφ Νανιέσκου ο ελεήμων. Η μεταφορά αυτή του Λειψάνου της Οσίας έγινε ύστερα από ένα μεγάλο θαύμα. Το λείψανο της Οσίας φυλάσσονταν στον Ναό των Τριών Ιεραρχών στο Ιάσιο της Ρουμανίας. Το χειμώνα όμως διατηρούνταν στο Γοτθικού ρυθμού μέγαρο του ηγεμόνα Βασιλείου Λούπου μέσα σ’ ένα παρεκκλήσιο. Μπορεί από αμέλεια εκείνων που έμεναν εκεί ή από παραχώρηση Θεού, τη νύχτα της 26ης προς 27η Δεκεμβρίου του 1888, ξεχάστηκε μία λαμπάδα αναμμένη στο ξύλινο κηροπήγιο που ήταν κοντά στην Λειψανοθήκη. Τη νύχτα πήρε φωτιά το παρεκκλήσιο και κάηκαν όλα.

Έμεινε ανέπαφο το άγιο Λείψανο της Οσίας. Το πρωί ο κόσμος που συγκεντρώθηκε έκλεγε απαρηγόρητα γιατί νόμισε πως κάηκε το Λείψανο της Οσίας. Όταν όμως είδαν το μεγάλο αυτό θαύμα δόξασαν τον Θεό και ευχαρίστησαν την Οσία και μετέφεραν το θείο σκήνωμα στον καινούργιο Ναό της.

Το θαύμα αυτό μας το διηγήθηκε πρώτη φορά το 1975 στη Θεσσαλονίκη ο γενικός γραμματέας Τουρισμού της Ρουμανίας τον οποίον γνώρισα σ’ ένα Τουριστικό Γραφείο και όταν του είπα ότι θα πάμε εκδρομή στο Ιάσιο να προσκυνήσουμε την Οσία, τότε διηγήθηκε το θαύμα αυτό. Αργότερα το ξαναδιάβασα σε βιβλίο με θαύματα της Οσίας στην Ρουμανία.

Έτσι σήμερα φυλάγεται το άγιο σκήνωμα στον περικαλλή καθεδρικό Ναό του Ιασίου που τιμάται στην μνήμη της Οσίας Παρασκευής και του αγίου Γεωργίου. Χιλιάδες πιστοί προστρέχουν στην Χάρι της καθημερινά, ιδιαίτερα στην εορτή της την 14η Οκτωβρίου. Μέχρι το 1944 που τη χώρα κυβερνούσαν βασιλείς, είχαν ψηφίσει ειδικό νόμο για το μεγάλο προσκύνημα και όλα τα μέσα συγκοινωνίας μετέφεραν δωρεάν για ένα τριήμερο από όλη τη χώρα τον πιστό λαό και κατόπιν τους επέστρεφαν στα σπίτια τους.

ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ

Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού» και «τοις αγίοις τοις εν τη γη Αυτού εθαυμάστωσεν ο Κύριος» ψάλλει η Εκκλησία μας. Το πιό μεγάλο θαύμα των Αγίων της Εκκλησίας μας είναι η αγία τους ζωή. Πίστεψαν στον Κύριο μας, τον αγάπησαν εξ όλης της ψυχής τους και τον πλησίον τους σαν τον εαυτό τους. Δεν υποτάχθηκαν στον σατανά και έσπασαν τις παγίδες του. Πέρασαν μέσα από δοκιμασίες και μαρτύρια και νίκησαν τους πειρασμούς. Έζησαν σαν άγγελοι πάνω στη γη. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας τους ονομάζει επίγειους αγγέλους και ουράνιους ανθρώπους.

Οι Άγιοι όταν ζούσαν επιτελούσαν πολλά θαύματα, αλλά και μετά την κοίμησί τους δεν έπαυσαν να θαυματουργούν.

Η οσία Παρασκευή έφθασε σε μεγάλα ύψη αρετής και αγιότητος παρά το γεγονός ότι έζησε τόσο λίγα χρόνια πάνω στη γη. Έζησε μόλις είκοσι επτά χρόνια. Έφθασε σε ύψη αγιότητος μεγάλα που άλλοι ούτε σε διάστημα αιώνων δεν κατώρθωσαν. Άλλωστε όπως διαβάζουμε στο βιβλίο της Π.Δ. στη Σοφία Σολομώντος «γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστι φρόνησις ανθρώποις, και ηλικία γύρος βίος ακηλίδωτος». Το άφθαρτο Λείψανο της εδώ και δέκα περίπου αιώνες είναι ένα μεγάλο θαύμα. Το άγιο Λείψανο της Οσίας ομοιάζει μ’ ένα ζωντανό άνθρωπο ο όποιος κοιμάται. Φυλάγεται μέσα σε μία ασημένια λειψανοθήκη. Όλο το σώμα είναι σκεπασμένο με ένα λευκό μεταξωτό ύφασμα και στο κεφάλι ένα ασημένιο στεφάνι σκεπάζει το πρόσωπο. Επάνω στο άγιο Λείψανο υπάρχει μία εικόνα της Οσίας για ασπασμό. Η αγάπη και ο σεβασμός των πιστών στο άγιο Λείψανο, η συγκίνησι, η χαρά, η δύναμι που αντλούν οι πιστοί, όταν το ασπάζωνται είναι ένα μεγάλο θαύμα.

Με θαυμαστό τρόπο απεκάλυψε το άγιο της Λείψανο. Στην Καλλικράτεια στον τόπο όπου βρέθηκε το Λείψανό της υπήρχε πιό μεγάλο θαύμα των Αγίων της Εκκλησίας μας είναι η αγία τους ζωή. Πίστεψαν στον Κύριο μας, τον αγάπησαν εξ όλης της ψυχής τους και τον πλησίον τους σαν τον εαυτό τους. Δεν υποτάχθηκαν στον σατανά και έσπασαν τις παγίδες του. Πέρασαν μέσα από δοκιμασίες και μαρτύρια και νίκησαν τους πειρασμούς. Έζησαν σαν άγγελοι πάνω στη γη. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας τους ονομάζει επίγειους αγγέλους και ουράνιους ανθρώπους.

Όταν το άγιο Λείψανο της Οσίας μεταφερόταν από την Καλλικράτεια στο Τύρνοβο της Βουλγαρίας, πέρασε και από τον τόπο όπου γεννήθηκε η Οσία, τους Επιβάτες. Το αμάξι που μετέφερε το Λείψανο σταμάτησε στους Επιβάτες και ήρθαν όλοι οι Χριστιανοί και το ασπάσθηκαν. Ο αμαξηλάτης ετοιμάσθηκε να ξεκινήση. Στάθηκε όμως αδύνατο να προχώρηση. Μόνον τότε ξεκίνησε όταν ήρθε μιά γριά ευλαβής και ασπάσθηκε το άγιο Λείψανο της οσίας Παρασκευής.

Στη Βουλγαρία όπου μεταφέρθηκε το 1238 και παρέμεινε ως το 1393 και στη Σερβία από 1398 ως το 1521 έκανε πολλά θαύματα και την τιμούν ιδιαίτερα. Το γεγονός ότι υπάρχουν πολλοί ιεροί Ναοί στο όνομά της και οι γονείς δίνουν το όνομα της Οσίας στα παιδιά τους, δείχνει πόσο έχει επηρεάσει την ζωή των λαών η άφιξι του αγίου Λειψάνου στις χώρες αυτές.

Από το 1641 το άγιο Λείψανο της οσίας Παρασκευής βρίσκεται στο Ιάσιο της Ρουμανίας, μιά πόλι με 350.000 πληθυσμό. Φυλάγεται στο μεγαλοπρεπή Ναό που τιμάται στο όνομα του αγίου Γεωργίου και της Οσίας Παρασκευής.

Στο Ιάσιο έχει κάνει η Οσία πολλά θαύματα. Θα αναφέρουμε μόνο λίγα. Όποιος θέλει περισσότερα ας διαβάσει το Ρουμανικό Γεροντικό και το Οδοιπορικό της Ορθοδόξου Ρουμανικής Εκκλησίας, του μοναχού Δαμάσκηνου Γρηγοριάτη.

Η πρεσβυτέρα του ιερέως Γεωργία Λάτες από το χωριό Ραντασάνη έπασχε από ανίατη ασθένεια. Οι γιατροί δεν μπορούσαν να την βοηθήσουν. Τότε με πίστι και δάκρυα έρχεται και ασπάζεται το Λείψανο της Οσίας, κάνει παράκλησι και άγιο ευχέλαιο και το βράδυ βλέπει την Οσία ντυμένη στα λευκά και της είπε: «Μη κλαις πια, από τώρα γίνεσαι καλά». Πραγματικά την άλλη μέρα έγινε εντελώς καλά και ευχαρίστησε την Οσία με θερμά δάκρυα.

Μιά νέα γυναίκα 35 ετών πήγε ανήσυχη και απελπισμένη στο Ναό να ζητήση βοήθεια. Ήταν νευρασθενής. Την ώρα που προσπαθούσε να ασπασθή το άγιο Λείψανο μία δαιμονική δύναμι την εμπόδισε και την έρριξε κάτω. Ο ιερέας που βρέθηκε εκεί την σήκωσε και τη ρώτησε «αδελφή μου ποια αμαρτία έκανες και σε βασανίζει τόσο σκληρά ο σατανάς;». Ασχολούμουν με τα μάγια πάτερ μου. Άκουσα ότι ο σύζυγός μου με απατούσε και έτρεξα στα μέντιουμ και στους μάγους. Ξέρεις να διαβάζης; Την ρώτησε ο ιερέας. Ξέρω απάντησε, και της έδωσε να διάβαση γονατιστή την παράκλησι και τους χαιρετισμούς της Οσίας. Όλη την ώρα ο δαίμονας την τάραζε και την εμπόδιζε. Μόλις τελείωσε την παράκλησι και τους χαιρετισμούς ασπάσθηκε το άγιο Λείψανο και ηρέμησε. Εξομολογήθηκε στον ιερέα και θεραπευμένη ευχαρίστησε με δάκρυα την Οσία που την απάλλαξε από τον δαίμονα.

Πολλοί ασθενείς που ασπάσθηκαν το άγιο Λείψανο της με θερμή προσευχή και δάκρυα θεραπεύτηκαν, άλλοι πέτυχαν στις εργασίες τους, άλλοι πέτυχαν στις εξετάσεις στα μαθήματά τους και πολλοί φυλακισμένοι ελευθερώθηκαν.

Κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου γλύτωσε την πόλι του Ιασίου από τους βομβαρδισμούς και τα βλήματα κανονιών.

Επισκέφτηκα 4-5 φορές το Ιάσιο με Χριστιανούς της Ενορίας μας. Την τελευταία φορά τον Οκτώβριο του 1991 ήμερα της εορτής της Οσίας. Ένας ιερέας μας διηγήθηκε ένα ακόμη θαυμαστό γεγονός. Στη χώρα τους επεκράτησε ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Η Εκκλησία διώχθηκε. Πολλοί μαρτύρησαν. Φυλακίστηκαν, εξωρίσθηκαν, κλείσθηκαν σε ψυχιατρεία. Όμως ο λαός έμεινε πιστός στον Θεό. Στο Ιάσιο καθημερινά πλήθη πιστών συρρέουν στο Ναό και ασπάζονται το Λείψανο της Οσίας. Αντλούν δύναμι και κουράγιο και δυναμώνει η πίστις των Χριστιανών. Τα μέλη του κόμματος συνεδριάζουν όπως το παράνομο συνέδριο των Ιουδαίων. Φοβούνται και τρέμουν το νεκρό σώμα της οσίας Παρασκευής. Τους τρομάζει, δεν μπορούν να σταματήσουν τους πιστούς, και αντί με τον διωγμό να λιγοστέψουν οι πιστοί, αντιθέτως αυξάνουν και ομολογούν την πίστι τους.

Ύστερα από συσκέψεις και διαβουλεύσεις παίρνουν απόφασι να απομακρύνουν το άγιο Λείψανο της Οσίας από το Ιάσιο σε κάποιο απομακρυσμένο μοναστήρι για να μη μπορούν να πηγαίνουν οι Χριστιανοί. Φεύγει η επιτροπή από το Βουκουρέστι να εκτέλεση την απόφασι. Όταν πια πλησιάζουν στο Ιάσιο – ώ Θεέ μεγαλοδύναμε -ξεσπάει μιά θύελλα με βροχή, δυνατό αέρα, χαλάζι, αστραπές και κεραυνούς. Τους εμποδίζει να προχωρήσουν. Πέφτουν δένδρα, κολώνες του ηλεκτρικού, σπάζουν βιτρίνες, χαλασμός Κυρίου. Αυτό ήταν ένα μεγάλο θαύμα της Οσίας. Δεν ξανατόλμησαν οι άθεοι να πειράξουν το άγιο Λείψανο. Απ’ εναντίας εμψύχωσε περισσότερο τους πιστούς. Παραμένει μιά αστείρευτη πηγή ιάσεων και ευλογίας το άγιο Λείψανο. Είναι φοβερό όπλο κατά των δαιμόνων και των απίστων.

βίος της Οσίας Πελαγίας

Από το βίο της Οσίας Πελαγίας

Η οσία Πελαγία έζησε στην Αντιόχεια στα μέσα του Γ’ αιώνα. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια, αγαπούσε τα στολίδια, ντυνόταν προκλητικά, ήταν ωραία και ζούσε στο βούρκο της ακολασίας.

Ο πολυεύσπλαχνος όμως Κύριός μας, οικονόμησε την επιστροφή της με τον εξής τρόπο:

Στην Αντιόχεια έγινε στην εποχή της Τοπική σύνοδος και μεταξύ των άλλων ήλθε ο πολύ ενάρετος και άγιος Επίσκοπος Νόννος, τον οποίον η Εκκλησία μας τιμά στις δέκα Νοεμβρίου. Αυτόν το σοφό άνθρωπο του Θεού παρεκάλεσαν οι ορθόδοξοι πιστοί να τους κηρύξει τον θείον λόγο, διά πνευματική τους ωφέλεια. Ενώ όμως ο Άγιος μιλούσε έξω από το Ναό πέρασε επιδεικτικά και αναίσχυντα η πόρνη Πελαγία καθισμένη επάνω σε στολισμένο αμάξι. Οι άλλοι επίσκοποι γύρισαν τα μάτια τους προς το άλλο μέρος διά να μη την βλέπουν, ενώ ο άγιος Νόννος γεμάτος από θεϊκή αγάπη την έβλεπε και αφού αναστέναξε είπε:

Αλλοίμονο σε εμάς που ζούμε με αμέλεια και αδιαφορούμε διά την σωτηρία μας. Κατά την ημέρα της Κρίσεως θα ντροπιαστούμε, διότι αύτη η πόρνη διά να αρέσει σε θνητούς ανθρώπους, φροντίζει τόσο πολύ το σώμα της και στολίζεται ενώ εμείς αμελούμε και δεν φροντίζουμε την ψυχή μας διά να αρέσουμε στον αθάνατο και ζωντανό Θεό, παρά ασχολούμεθα με τα φθαρτά πράγματα και περιφρονούμε την αξία μας. Δι’ αυτό θα χάσουμε τη θαυμάσια αιώνια μακαριότητα και θα κατακριθούμε διά την αμέλειά μας…
 
Μετά το τέλος του λόγου του επήγε εις το κελλί του ο Άγιος και προσευχόμενος με δάκρυα στα μάτια εις τον Θεόν, έλεγε:
 

Πολυεύσπλαχνε Θεέ μου, συγχώρεσε εμένα τον αμελή διατί η επιμέλεια που έδειξε η πόρνη μέσα σε μια ημέρα, ξεπερνάει τη δική μου φροντίδα που έδειξα σ’ όλα τα χρόνια της ζωής μου, διά να στολίσω την ψυχή μου ώστε να γίνει δική σου κατοικία. Ποια πρόφαση λοιπόν να βρω εγώ μπροστά σου, Συ που γνωρίζεις τα μυστικά των καρδιών! Αλλοίμονο σε μένα τον άθλιο, διατί μπαίνω ανάξια στο Ιερό Θυσιαστήριο και δεν στολίζω την ψυχή μου σύμφωνα με το Άγιο Θέλημα σου. Αλλά Κύριε, σε παρακαλώ μη με καταδικάσεις την ημέρα της Κρίσεως, διατί είμαι έρημος από κάθε αρετή και δεν ετήρησα καμιά από τις εντολές σου.

Όταν ο επίσκοπος έπεσε να κοιμηθεί είδε ένα όνειρο πως δήθεν λειτουργούσε εις το Ναό και ένα βρώμικο περιστέρι πετούσε γύρω του και τον ενοχλούσε πολύ. Όταν όμως έφτασε εις τα κατηχούμενα και έλεγε: «όσοι κατηχούμενοι προέλθετε», τότε το περιστέρι βγήκε και στάθηκε έξω μέχρι το τέλος της θείας λειτουργίας. Βγαίνοντας ο Όσιος από το Άγιο Βήμα, είδε και πάλι το λερωμένο περιστέρι να πετάει κοντά του. Τότε ο Όσιος άπλωσε τα χέρια του, το πήρε και το βύθισε στην Κολυμβήθρα που βάπτιζε τους ανθρώπους. Αμέσως το περιστέρι καθαρίστηκε και πέταξε ψηλά στον αέρα, ώσπου δεν φαινόταν πια. Το θαυμαστό αυτό όνειρο έδειξε πως κάτι σπουδαίο πρόκειται να γίνει. Πράγματι, την άλλη ημέρα που επήγε εις το Ναό του ανέθεσε ο Πατριάρχης να κηρύξει τον θείον λόγον εις τον λαόν. Μέσα στους άλλους από οικονομία Θεού βρέθηκε και η αμαρτωλή Πελαγία. Άκουσε, τότε, διά την αθανασία της ψυχής, τη δικαιοσύνη του Θεού, την αιώνια σωτηρία των δικαίων, αλλά και διά την καταδίκη των αμαρτωλών.

Η του Θεού άπειρος ευσπλαχνία έφερε μέσα της συντριβή και κατάνυξη και άρχισε να κλαίει διά τις αμαρτίες της. Μίσησε από την καρδιά της τις βρωμερές πράξεις της, και ένοιωσε στην καρδιά της ιερό πόθο προς τον Ιησούν Χριστόν… έστειλε δε και γράμμα με τους υπηρέτας της προς τον άγιον επίσκοπον Νόννον εις τον οποίο έγραφε:

«Εις τον Άγιον Επίσκοπον και μαθητήν του Χριστού, η μαθήτρια του δαίμονος Πελαγία, η οποία είναι ένα πέλαγος ολόκληρο από ανομίες, απονέμει την δουλικήν προσκύνησιν.

Άκουσα, άγιε του Θεού, από κάποιο Χριστιανό, ότι ο Χριστός δεν ήλθε να καλέσει “δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν”. Μου είπε επίσης, ότι δεν εμίσησε, ούτε απέφευγε από σιχαμάρα τις πόρνες, τους ληστάς και τους τελώνες, αλλά συναναστράφηκε και συνομίλησε μαζί τους. Αυτός, που δεν μπορούν να τον ιδούν με ακάλυπτο το πρόσωπο και αυτά ακόμη τα χερουβίμ. Εάν, λοιπόν, και συ είσαι μαθητής ενός τέτοιου Διδασκάλου, απόδειξέ το στην πράξη και δέξε με κοντά σου. Μη με αηδιάσεις, ούτε να με σιχαθείς την πόρνη και αμαρτωλή. Σε παρακαλώ να με δεχθείς για να σου εξομολογηθώ και να σου πω τα κρίματά μου, διά να σώσω την ψυχήν μου η άσωτη».

Όταν διάβασε αυτά τα λόγια ο Όσιος Νόννος, φοβήθηκε μήπως δεν είναι ειλικρινά και του ετοιμάζει καμιά πλεκτάνη. Γι’ αυτό της παρήγγειλε να πάει στην εκκλησία όταν θα ήταν και άλλοι Αρχιερείς, για να εξαγορευθεί τα αμαρτήματά της. Πράγματι, η Πελαγία, δεν χάνει καιρό. Τρέχει αμέσως στην εκκλησία και πέφτει στα πόδια του, σαν την πόρνη του Ευαγγελίου. Τα μουσκεύει με τα δάκρυα της, που έτρεχαν ασταμάτητα. Εκεί εξομολογήθηκε μεγαλοφώνως τις αμαρτίες της.

Σπλαχνίσου με την αμαρτωλή, Πάτερ Όσιε, σαν τον Δεσπότη Χριστό. Βάπτισε με και οδήγησέ με στη μετάνοια, έμενα που μοιάζω με πέλαγος απέραντο από αμαρτίες. Η ζωή μου είναι μια κόλαση ολόκληρη. Έπεσα στα χέρια του Σατανά. Έγινα δόλωμά του και παγίδα, για να πάνε πολλοί στην Κόλαση. Τώρα με τη Χάρη του Θεού μετανοώ για την αμαρτωλή ζωή μου. Παίρνω την ηρωική απόφαση να ζήσω από δω και πέρα, όπως θέλει ο Θεός με μετάνοια, διά να μην κολασθώ αιώνια.
Οι Αρχιερείς αισθάνθηκαν ιερή συγκίνηση για τη ριζική αλλαγή, που έγινε στην αμαρτωλή, με την βοήθεια του Θεού. Εθαύμαζαν για τα δάκρυα, που έχυνε και εχαίροντο, για τη σωτηρία της. Εκείνη συνέχιζε να κόπτεται και να οδύρεται για την αμαρτωλή της ζωή.

Ο ιερός Νόννος της απαντάει:

Οι κανόνες της Εκκλησίας μας ορίζουν να μη βαπτίζουμε καμιά πόρνη, εάν δεν έχει κάποιον εγγυητή, ότι δεν θα επιστρέψει πλέον στα προηγούμενα αμαρτήματα.

Εκείνη τότε κλαίγοντας ακόμη περισσότερο, λέγει στον Επίσκοπο:

Να με έχεις στο λαιμό σου και να κρεμαστούν επάνω σου όλα τα αμαρτήματά μου. Θα δώσεις λόγο για την ψυχή μου κατά την ώρα της Κρίσεως, εάν δεν με βάπτισης το συντομότερο. Θέλω να με αναγεννήσεις πνευματικά και να με παραστήσεις καθαρή νύμφη μπροστά στον Νυμφίο Χριστό. Μη χάνομε καιρό, Επίσκοπε, γιατί φοβάμαι ότι αν δεν βαπτισθώ τώρα γρήγορα, και αν μείνω μακριά από τη Χάρη του Θεού, θα με πλανέψει ο διάβολος και θα ξαναπέσω στην αμαρτία.
Όταν άκουσε αυτά ο Νόννος εδόξασε το Θεόν, που έδειξε τόση μεγάλη μετάνοια. Της εδιάβασε την ευχή της εξομολογήσεως και τη ρώτησε, πως τη λένε.

Στην αρχή, είπε, με λέγανε Πελαγία. Ύστερα όμως οι άνθρωποι, θαυμάζοντας τα πολλά και πολύτιμα πετράδια και μαργαριτάρια που φορούσα, με ονόμασαν Μαργαρώ. Σε λίγο την εβάπτισε ο Επίσκοπος εις το όνομα της Αγίας Τριάδος και της έδωσε το πρώτο της όνομα, Πελαγία.

Ανάδοχός της έγινε μια ενάρετη Μοναχή, που την έλεγαν Ρωμάνα. Κατόπιν ετέλεσε την θείαν Μυσταγωγίαν και την εκοινώνησε τα άχραντα Μυστήρια.

Το γεγονός βέβαια αυτό έγινε γνωστό σε όλη την Αντιόχεια και είχαν όλοι οι πιστοί γιορτή για τη σωτηρία της ψυχής της. Ο καθένας θεωρούσε τη χαρά της και δική του χαρά, διότι ενίκησε τον εχθρό διάβολο και μπήκε στη μάνδρα του Χριστού μια άσωτη…

Μετά το βάπτισμά της η φωτισμένη πλέον Πελαγία παρέδωσε όλα τα πλούτη της στον άγιο Επίσκοπο Νόννο για να δοθούν σε καλοσύνες. Και ο Επίσκοπος ανέθεσε στον αρμόδιο Κληρικό με την εντολή: Να μην κρατήσει τίποτε από αυτά για την Εκκλησία, αλλά να τα μοιράσει στους πτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά, για να δοθούν καλά, όσα συγκεντρώθηκαν άσχημα.

Η ίδια ελευθέρωσε τους δούλους και τις δούλες της και τους συμβούλεψε να φροντίσουν για την σωτηρία τους, για να λυτρωθούν με την ευσπλαχνία τού Δεσπότου Χριστού από την αιώνια αιχμαλωσία, όπως εκείνη τους ελευθέρωσε από την προσωρινή αιχμαλωσία.

Από τη μέρα που βαπτίσθηκε η μακαρία Πελαγία, δεν έφαγε τίποτε αγορασμένο από τα πλούτη της, γιατί ήταν συγκεντρωμένα με αμαρτωλό τρόπο, την έτρεφε όμως η Ρωμάνα όσες μέρες έμενε κοντά της.

* * *

Την νύκτα μιας Κυριακής έβγαλε τα γυναικεία ρούχα. Ντύθηκε με ένα τρίχινο και κουρελιασμένο χιτώνα και πήγε στα Ιεροσόλυμα, χωρίς να πει σε κανένα το σκοπό της. Φεύγοντας από την Αντιόχεια η εκλέξασα την αγαθή μερίδα Πελαγία, επήγε στο όρος των Ελαίων. Έμεινε εκεί τρία ολόκληρα χρόνια μέσα σε ένα κελλί με ανδρική ενδυμασία, εντελώς αγνώριστη. Εκεί μέσα αγωνίζονταν και έκανε τέτοιους νικηφόρους αγώνες κατά του πονηρού και με τέτοιες αρετές στολίσθηκε, που μόνον ο Θεός ο οποίος διαβάζει τα κρύφια της καρδιάς μας το γνωρίζει.

Αλλά ο Θεός δεν θέλησε να αφήσει τη δούλη Του να αγωνίζεται μέχρι τέλους κρυμμένη. Όπως ακριβώς είχε γίνει ο περίγελος των ανθρώπων με την αμαρτωλή ζωή της, έτσι οικονόμησε τα πράγματα ο Θεός να ακτινοβολήσει στην κοινωνία με την αρετή της, για την ωφέλεια των πολλών. Τούτο δε έγινε ως εξής:

Ο Ιερός Ιάκωβος, μαθητής του αγίου Επισκόπου Νόννου, κυριεύθηκε από την αγία επιθυμία να πάει να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο. Όταν ξεκίνησε να φύγει, πήρε την ευλογία του Αγίου Νόννου. Ο Άγιος είχε διορατικό χάρισμα και του είπε:

Ύπαγε εν ειρήνη, τέκνον μου, και αφού προσκυνήσεις τους Αγίους Τόπους, ρώτησε να μάθεις για κάποιον ενάρετο Μοναχόν, τον Πελάγιον. Θα λάβεις από αυτόν μεγάλη ψυχική ωφέλεια. Είναι δούλος πραγματικός του Κυρίου μας.

Πράγματι, ο ιερός Ιάκωβος πήγε και προσκύνησε τους Αγίους Τόπους και ρώτησε να μάθει, διά τον μοναχόν Πελάγιον. Του είπαν, ότι ήτο στο όρος των Ελαίων. Όταν έφθασε εκεί χτύπησε την πόρτα του κελλιού του και βγήκε η Αγία, με ανδρικό σχήμα. Και αυτή μεν ανεγνώρισε τον Ιάκωβον, εκείνος όμως, δεν μπόρεσε να την γνωρίσει, διότι η ομορφιά της, που είχε άλλοτε είχε χαθεί από τη μεγάλη άσκηση. Το πρόσωπό της ήταν μαραμένο. Τα μάτια της είχαν χωθεί βαθειά μέσα στις κόγχες. Το σώμα της ήταν σκελετωμένο από την πολλή σκληραγωγία, την άσκηση και τη νηστεία. Μόνον το δέρμα της φαινόταν και τα κόκκαλα.

Τον ρώτησε η Αγία, εάν ήτο ο υποτακτικός του Επι-σκόπου Νόννου και εκείνος απάντησε: Ναι.
Όντως, του προσέθεσε η Αγία, Απόστολος του Θεού είναι εκείνος ο άνθρωπος: πες του σε παρακαλώ να προσεύχεται στο Θεό να μου συγχωρήσει τις αμαρτίες μου.

Αφού είπε αυτά, έκλεισε τη θύρα της και μέσα στο κελλί της έψαλλε ψαλμούς, σύμφωνα με την τάξη των μοναχών. Ο Ιάκωβος μαζί με τις άλλες ωφέλειες, που πήρε, διδάχθηκε, ότι θα πρέπει να είναι κανείς πολύ σύντομος στα λόγια του.

Ανεχώρησεν από εκεί ο Ιάκωβος και πήγε και σε άλλα κελλιά για να επισκεφθεί και άλλους αδελφούς. Αλλά όπου και αν πήγαινε, παντού άκουγε για τον Πελάγιο τα καλλίτερα λόγια. Τον επαινούσαν όλοι, σαν τον πλέον ενάρετο και αγιότατο άνθρωπο.

*  *  *

Μετά από λίγες μέρες διαδόθηκε σ’ όλη την περιοχή η είδηση ότι ο Πελάγιος άφησε τον παρόντα κόσμο και αναχώρησε για την άλλη ζωή.

Συγκεντρώθηκαν στη Σκήτη της, όχι μόνον από την Ιερουσαλήμ, αλλά και από τον Ιορδάνη, την Ιεριχώ και από όλα τα γύρω περίχωρα με μεγάλη ευλάβεια, διά να ενταφιάσουν το άγιο  λείψανο .

Και όταν θέλησαν να πλύνουν το σώμα του νεκρού, κατά την τάξη, εγνώρισαν, ότι ήταν γυναίκα. Όλοι τότε έμειναν κατάπληκτοι και εδόξασαν τον Κύριον, ο όποιος της έδωσε τη δύναμη να πολεμήσει τον διάβολο και να τον νικήσει κατά κράτος.

Αυτή η είδηση μαθεύτηκε και στα περίχωρα και κόσμος πολύς ερχόταν κύματα-κύματα. Εσπρώχνονταν μάλιστα, ποιος θα πρωτοασπασθεί το άγιο λείψανο. Το σήκωσαν κατόπιν ευλαβείς και άγιοι άνδρες. Ακολουθούσαν όλοι, με λαμπάδες και θυμιάματα και το ενταφίασαν με τιμές, όπως έπρεπε σε Αγία.

Κοιμήθηκε το 284 μ.Χ. και η Ορθόδοξος Εκκλησία την εορτάζει στις 8 Οκτωβρίου.

* * *

Αυτός είναι ο βίος της Οσίας Πελαγίας της πρώην αμαρτωλής πόρνης. Έτσι αγωνίσθηκε αυτή, που την υπολόγιζαν όλοι για χαμένη. Αλλά ξέφυγε από την αμαρτία και έστησε τόσα λαμπρά τρόπαια κατά του διαβόλου.

Αυτήν λοιπόν ας έχουν για παράδειγμα, όλοι όσοι μολύνανε την εικόνα του Θεού με βρώμικες πράξεις. Κανένας να μην απελπισθεί, έστω και αν είχε το ατύχημα να διαπράξει τα πιο χειρότερα αμαρτήματα. Το παράδειγμα της Οσίας Πελαγίας της πόρνης μας δείχνει ότι πολλές φορές μπορεί κανείς και από αυτά τα σκοτεινά άντρα της αμαρτίας να ξεπεταχθεί επάνω και να ζήσει αγγελική ζωή, σημειώνει ο αείμνηστος π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος στη βιογραφία της Αγίας Πελαγίας.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.

Εξ ακανθών καθάπερ ρόδον ευώδες, τη Εκκλησία Πελαγία εδείχθης, ταις εναρέτοις πράξεσιν ευφραίνουσα ημάς’ όθεν και προσήγαγες, ως οσμήν ευωδίας, τω σε θαυμαστώσαντι, τον σον βίον Οσία’ ον εκδυσώπει σώζεσθαι ημάς παθών παντοίων, ψυχής τε και σώματος.

Κοντάκιον. Ήχος α’. Χορός αγγελικός.

Πελάγει αρετών, αληθώς ισαγγέλων, το πέλαγος των σων, εγκλημάτων Οσία, πανσόφως εβύθισας, και δακρύων τοις ρεύμασιν, εναπέπνιξας, τον πολυμήχανον όφιν’ όθεν έλαμψας, ώσπερ λαμπάς μετανοίας, την κτίσιν φαιδρύνουσα.

Μεγαλυνάριον.

Φερωνύμως πέλαγος γαληνόν, πλεύσασα Οσία, με-τανοίας της ιεράς, Μήτερ Πελαγία, τοις εν πελάγει βίου, λιμήν σωτηριώδης, ώφθης και άκλυστος.

Βίος Αγίου Ιεροθέου

Ο Άγιος Ιερόθεος ήταν πλατωνικός φιλόσοφος και ζούσε στην Αθήνα όταν ήρθε ο Απόστολος Παύλος να μιλήσει στους Αθηναίους για την Χριστιανική πίστη. Ήταν ένας από τα εννιά μέλη της γερουσίας του Αρείου Πάγου και πολύ μορφωμένος και ευυπόληπτος πολίτης Αθηνών. Άλλοι λένε ότι πίστεψε εκείνη την μέρα της διδασκαλίας του Παύλου, άλλοι ότι μίλησε σε αυτόν μετά ο Διονύσιος ο Αεροπαγίτης, που ήταν και μαθητής του. Το ιστορικό γεγονός είναι ότι ο Ιερόθεος έγινε ο πρώτος επίσκοπος Αθηνών.

Ημέρα Εορτασμού: 04 Οκτωβρίου

Κοιμήθηκε εν Κυρίο ( Πέθανε ) το : 52 μ.χ

Άγιος Ιερόθεος Επίσκοπος Αθηνών
Ο Άγιος Ιερόθεος ο μετέπειτα Επίσκοπος Αθηνών, ήταν πλατωνικός φιλόσοφος και ένας από τα εννέα μέλη του Συμβουλίου της Γερουσίας του Αρείου Πάγου. Αφού άκουσε τον Απόστολο Παύλο, πίστεψε και κατόπιν χειροτονήθηκε πρώτος επίσκοπος Αθηνών. Μαθητής του υπήρξε ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο οποίος στα συγγράμματά του μιλάει με κολακευτικά λόγια για τον δάσκαλό του.

Κοιμήθηκε ήρεμα σε βαθιά γεράματα, μετά από πολύχρονη ποιμαντική και συγγραφική δραστηριότητα.
Η τίμια κάρα του φυλάσσεται στο ομώνυμο μοναστήρι στα Μέγαρα Αττικής. Επίσης λείψανά του σώζονται στο Άγιον Όρος, όπως και στο παρεκκλήσιο του Αγίου Ανδρέα.

Τα Ιερά Λείψανα:
Η τίμια κάρα του φυλάσσεται στο ομώνυμο μοναστήρι στα Μέγαρα Αττικής. Επίσης λείψανά του σώζονται στο Άγιον Όρος, όπως και στο παρεκκλήσιο του Αγίου Ανδρέα.

Απολυτίκιο:
Ἦχος δ’.
Χρηστότητα ἐκδιδαχθείς, καὶ νήφων ἐν πᾶσιν, ἀγαθὴν συνείδησιν ἱεροπρεπῶς ἐνδυσάμενος, ἤντλησας ἐκ τοῦ Σκεύους τῆς ἐκλογῆς τὰ ἀπόῤῥητα, καὶ τὴν πίστιν τηρήσας, τὸν ἴσον δρόμον τετέλεκας, Ἱερομάρτυς Ἱερόθεε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιο:
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸν Ἱεράρχην Ἀθηνῶν ἀνευφημοῦμέν σε, ὡς μυηθέντες διὰ σοῦ ξέvα καὶ ἄῤῥητα, ἀνεδείχθης γὰρ θεόληπτος ὑμvολόγος. Ἀλλὰ πρέσβευε παμμάκαρ. Ἱερόθεε, ἐκ παντοίων συμπτωμάτων ἡμᾶς ῥύεσθαι, ἵνα κράζωμεν· Χαίροις Πάτερ Θεόσοφε.

Προσκυνηματική Εκδρομή το Νοέμβριο 1-2/11/19

Ο Ιερός Ναός μας θα διοργανώσει 2ήμερο ,Ιερό Προσκύνημα στο νησί της Αίγινας και στο Ιερό μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου, όπου εκεί βρίσκεται ο Τάφος του και το δωμάτιο του, με τα προσωπικά του αντικείμενα.

Επίσης θα προσκυνήσουμε  και τα πολύ όμορφα προσκυνήματα ,στην Αθήνα όπως Αγ. Εφραίμ Ν .Μακρης ,Αγ. Ειρηνη Χρυσοβαλάντου στην Λυκόβρυση ,τον Αγιο Νικόλαο τον Πλανά και την Αγία Κάρα του , το ησυχαστήριο του Αγίου Πορφυρίου και το Ιστορικό μοναστήρι της Κάτω Ξενίας στο Βόλο  ,όπου υπάρχει και μέρος της Ζώνης της Παναγίας μας.

τιμή συμμετοχής 95 ευρώ ανά άτομο (περιλαμβάνει  μεταφορά πούλμαν, 2 οδηγούς ,διόδια ,καράβια,ξενοδοχείο στην Αίγινα  με 1 διανυκτέρευση,

δηλώσεις  συμμετοχής, έως 11 Οκτωβρίου στον π.Στυλιανό Χαρπαντίδη και στο τηλ: 6937363695

 

Βίος Αγίου Διονυσίου του Αεροπαγίτου

Ο άγιος ιερομάρτυρας Διονύσιος ήταν μέλος της «εξ Αρείου Πάγου Βουλής» και υπερείχε όλων κατά τον πλούτο, τη δόξα, τη σύνεση και τη σοφία. Ασπάστηκε την πίστη του Χριστού, όταν άκουσε το κήρυγμα του αποστό­λου Παύλου στο βράχο του Αρείου Πάγου, και έλαβε το άγιο Βάπτισμα. Χειροτονήθηκε επίσκοπος Αθηνών, διαδε­χθείς στον επισκοπικό θρόνο τον άγιο και σοφό Ιερόθεο. Από τον άγιο δε και σοφό αυτό προκάτοχό του ο άγιος Διονύσιος διδάχτηκε θεία και απόρρητα μυστήρια της πίστεώς μας. Έτσι ο Άγιος άφησε συγγράμματα σπουδαιό­τατα, παράδοξα και θαυμαστά. Εδώ θα μνημονευτούν εν συνεχεία, ως μικρό παράδειγμα, κάποια στοιχεία μόνο από ένα σύγγραμμά του.

dionareop1

Γράφει λοιπόν ο άγιος Διονύσιος σ’ ένα σύγγραμμά του, μεταξύ των άλλων, και τα εξής: «Όταν κάποτε πήγα στην Κρήτη, με φιλοξένησε ο ιερέας Κάρπος, ο οποίος ήταν πολύ ενάρετος, είχε καθαρότατη διάνοια και, έτσι, με τη χάρη του Θεού, ήταν καταλληλότατος σε θεοπτίες. Ο ιερέας δε αυτός δεν άρχιζε ποτέ τη θεία Λειτουργία αν προηγουμένως, δηλαδή κατά την ώρα που έκανε την προε­τοιμασία και διάβαζε τις σχετικές ευχές, δεν εμφανιζόταν σ’ αυτόν κάποια ιερή και ευμενής οπτασία. Μου έλεγε λοι­πόν ο ιερέας αυτός ότι κάποτε τον είχε πικράνει κάποιος άπιστος, επειδή απέσπασε από την Εκκλησία έναν χρι­στιανό και τον παρέσυρε στην αθεΐα.

Και ενώ είχε την πικρία αυτή, δεν προσευχήθηκε, καθώς έπρεπε να πράξει, για τους δύο αυτούς ανθρώπους και να ζητήσει τη βοήθεια του Θεού, ώστε να μπορέσει τον μεν παρασυρθέντα στην απιστία να τον επαναφέρει στους κόλπους της Εκκλησίας, τον δε άπιστο να τον προσελκύσει στην πίστη του Χριστού· ούτε πήρε την απόφαση να τους νουθετεί αδιαλείπτως και διά βίου, ώστε να τους οδηγήσει στη θεία γνώση. Αλλά, μου έλεγε, τέτοιο πράγμα δεν το είχε ξαναπάθει, δηλαδή το ότι έπεσε και κοιμήθηκε αγανακτισμένος και με την πικρία στην ψυχή του. Και εγώ βέβαια δεν γνωρίζω πως ενστάλαξε στην ψυχή του τέτοια δυσμένεια και πικρία.

»Συνεχίζοντας λοιπόν ο Κάρπος, μου είπε ότι κοιμή­θηκε αμέσως μόλις νύχτωσε. Περί το μεσονύκτιο ξύπνησε, για να ψάλει την ώρα εκείνη, όπως συνήθιζε, τους θείους ύμνους. Όμως κατά την ώρα αυτή της προσευχής του στενοχωρούνταν, χωρίς να πρέπει, και δυσανασχετούσε συλλογιζόμενος ότι δεν ήταν δίκαιο να ζουν άνθρωποι άθεοι, που διαστρέφουν τις άγιες και ορθές οδούς του Κυρίου. Σκεπτόμενος δε αυτά, παρακαλούσε το Θεό να ρίξει έναν κεραυνό και να κατακαύσει διαμιάς και τους δυό τους χω­ρίς οίκτο.

»Και ενώ αυτά συλλογιζόταν, του φάνηκε ξαφνικά πως σείστηκε ολάκερη η οικία στην οποία βρισκόταν. Εν συνεχεία δε η οικία εκείνη διαιρέθηκε σε δύο μέρη, από την οροφή μέχρι και τα θεμέλια, ενώ μία πολύφωτη φλόγα πυρός που ξεκινούσε από τον ουρανό, έφτανε μπροστά στην οικία. (Και βέβαια ο τόπος εκείνος έδινε την εντύπω­ση πως ήταν υπαίθριος). Ο ουρανός φαινόταν ανοικτός και πάνω του καθόταν ο Ιησούς Χριστός. Γύρω δε από τον Ιησού παρίσταντο αναρίθμητοι άγγελοι με ανθρώπινη μορφή. Αυτά λοιπόν έβλεπε κοιτάζοντας προς τα πάνω και θαύμαζε.

»Όταν όμως ο Κάρπος κοίταξε προς τα κάτω, όπως μου είπε, είδε το έδαφος σχισμένο με ένα χάσμα αχανές και ολοσκότεινο. Και στην μεν άκρη του στομίου του χά­σματος αυτού είδε τους άνδρες εκείνους, τους οποίους καταριόταν λίγο πριν, να στέκονται ελεεινοί και περίτρομοι, αφού διέτρεχαν τον άμεσο κίνδυνο να πέσουν στο βάρα­θρο εξαιτίας της αστάθειας των ποδιών τους. Από τα βά­θη δε του χάσματος ανέβαιναν φίδια, τα οποία άλλοτε τυλίγονταν γύρω από τα πόδια των δύο αυτών ανθρώπων και τους τραβούσαν άλλοτε τους υπογαργάλιζαν με τα δόντια τους και τους χτυπούσαν ελαφρά με τις ουρές τους, και άλλοτε μηχανεύονταν διάφορους άλλους τρόπους, όπως σφυρίγματα, σπρωξίματα από κάτω και χτυπήματα, προκειμένου να τους ρίξουν στο ολοσκότεινο βάραθρο. Και φαίνονταν οι άνθρωποι αυτοί ότι βρίσκονταν πολύ κοντά στο να πέσουν στο βάραθρο, είτε μόνοι τους από απελπισία, είτε πιεζόμενοι από τις ενοχλήσεις των φιδιών.

»Έλεγε δε ο Κάρπος ότι ένιωθε ευχαρίστηση να βλέ­πει προς τα κάτω, ενώ τα άνω που υπήρχαν στον ουρανό τα παραμελούσε, και δυσανασχετούσε που ακόμη οι δύο άνδρες δεν είχαν πέσει στο βάραθρο. Και επειδή η κατάσταση αυτή δεν ελάμβανε τέλος, λυπόνταν κατάκαρδα και καταριόταν. Σε κάποια στιγμή όμως ύψωσε το βλέμμα του και πάλι προς τον ουρανό και είδε τον Ιησού, όπως τον είδε και προηγουμένως. Ο Ιησούς σηκώθηκε από τον επουράνιο θρόνο του και κατέβηκε σ’ αυτούς τους δυστυ­χείς ανθρώπους να τους ελεήσει και να τους δώσει χείρα βοήθειας. Μαζί του πήρε και τους αγγέλους, οι όποιοι βοηθούσαν εκείνους τους δύο, πιάνοντας άλλοι τον ένα και άλλοι τον άλλο, ώστε να μην πέσουν στο χάος. Και ενώ οι άγγελοι έδιναν χείρα βοήθειας στους δύο ανθρώπους, ο Ιησούς με τεντωμένο το χέρι του προς τα μπρος και κοιτάζοντάς τον του είπε: “Λοιπόν Κάρπε, χτύπα εμέ­να. Είμαι πράγματι έτοιμος να πάθω και πάλι και πολλές φορές για τη σωτηρία των ανθρώπων. Πλην όμως εσύ κοί­ταξε και συλλογίσου αν κρίνεις καλό να βρίσκεσαι στο χάος μαζί με τα ψίδια, και όχι στον ουρανό μαζί με το Θεό και τους αγαθούς και φιλάνθρωπους αγγέλους Του”».

Ο άγιος Διονύσιος ερμήνευσε και τον τύπο της εκ­κλησιαστικής καταστάσεως (ιεραρχία) και ακολούθως, κα­τά τους χρόνους της βασιλείας του Δομιτιανού (81-96 μ.Χ.), πήγε στα μέρη της Δύσεως. Εκεί ο Άγιος επιτέλεσε πολλά θαύματα. Τελικά έφτασε και στο Παρίσι της Γαλ­λίας, όπου και αποκεφαλίστηκε και ανήλθε στεφανηφόρος στη βασιλεία των ουρανών.

Μετά τον αποκεφαλισμό του Αγίου συνέβη το έξης μέγιστο και πανθαύμαστο γεγονός: Ο Άγιος πήρε με τα ίδια του τα χέρια την αγία του κεφαλή και, κρατώντάς την, περπάτησε περίπου δύο μίλια, αφήνοντας κατάπληκτους όλους εκείνους που έβλεπαν το μέγιστο αυτό θαύμα. Και την αγία κεφαλή του δεν την άφησε από τα χέρια του, παρά όταν συνάντησε μία γυναίκα, ονόματι Κατούλα, και αφού στάθηκε κατά θεία Πρόνοια, την εναπόθεσε στις πα­λάμες της ως έναν πολύτιμο θησαυρό.

Συγχρόνως με τον αποκεφαλισμό του αγίου Διονυσίου αποκεφαλίστηκαν και οι δύο μαθητές του, ο Ρουστικός και ο Ελευθέριος. Τα σώματα δε των Αγίων αυτών μαζί με το μαρτυρικό σώμα του διδασκάλου τους αγίου Διονυσίου ο τύραννος τα άφησε άθαφτα, ώστε να αποτελέσουν τροφή για τα θηρία και τα όρνια. Όμως κάποιοι πιστοί τόλμησαν και περισυνέλεξαν τα άγια λείψανα, τα οποία και εναπόθεσαν σε κάποιο κρυφό μέρος «διά τον φόβο των δη­μίων». Αλλά μόλις εξέλειπε ο φόβος αυτός, η μακαριστή Κατούλα πήρε τα λείψανα των άγιων Μαρτύρων και τα ενταφίασε σε επίσημο υπέργειο τάφο, στις 3 Οκτωβρίου.

Ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης είχε τα εξής σω­ματικά γνωρίσματα: Ήταν μέσου αναστήματος και ισχνός· το χρώμα του ήταν λευκό προς το κιτρινωπό· η μύτη του ήταν κάπως πλατιά και τα φρύδια του «συνεσπασμένα» (συμμαζεμένα)· είχε μάτια βαθουλά και αυτιά μεγάλα· η κόμη του ήταν λευκή και πλούσια, η δε γενειάδα του, λευ­κή και αυτή, ήταν μακριά αλλά κάπως αραιή· η κοιλιά του εξείχε ελαφρώς και τα δάκτυλα των χεριών του ήταν μακριά.

Φωτοστιγμιότυπα από τον Εσπερινό του Δεκαπενταύγουστου 2019

Την παραμονή του Δεκαπενταύγουστου, τελέστηκε με ιερή κατάνυξη και συγκίνηση ο πανηγυρικός εσπερινός της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο τέλος του εσπερινού ψαλθηκαν και τα εγκωμια της και εν συνεχεία ακολούθησε Ιερά λιτάνευση του σκηνώματος της Παναγίας μας.