Αρχείο κατηγορίας Πνευματικα κειμενα

Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

«Ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν»
(Ματθ. 8,28)

ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Τί εἶνε τὸ εὐαγγέλιο σήμερα; Εἶνε μία φωτογραφία τῆς συγχρόνου κοινωνίας. Ἀλλὰ πῶς εἶνε φωτογραφία τῆς κοινωνίας μας; Αὐτὸ θὰ προσπαθήσω νὰ ἐξηγήσω.
Στοὺς Ἁγίους Τόπους ὑπάρχει μία λίμνη ποὺ λέγεται Γεννησαρέτ. Σὲ ἕνα χωριὸ πρὸς τὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τῆς λίμνης ζούσανε δύο νέοι ἐργατικοί, ποὺ ἦταν ἡ χαρὰ τῶν γονέων τους. Ἀλλὰ αφνης συνέβη κάτι τρομερό. Μέσα στὴν ὕπαρξί τους μπῆκαν δαιμόνια. Ἂς μὴν τὸ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς τὸ πιστεύουμε. Ὅσο εἶνε βέβαιο ὅτι ὑπάρχει νύχτα, τόσο βέβαιο εἶνε καὶ ὅτι ὑπάρχουν δαίμονες καὶ δαιμονιζόμενοι. Ἀπὸ τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ μπῆκαν τὰ δαιμόνια, τὰ δύο αὐτὰ παιδιὰ ἄλλαξαν τελείως χαρακτῆρα. Δὲν ἐξουσίαζαν πλέον τὸν ἑαυτό τους, ἔχασαν τὸν ἔλεγχό τους. Ὅ,τι ἐσκέπτοντο, ὅ,τι αἰσθάνοντο, ὅ, τι ἐνεργοῦσαν, δὲν ἦταν δικό τους. Ἔκαναν τώρα παράξενα πράγματα. Πέταξαν ὅλα τὰ ροῦχα τους καὶ τελείως γυμνοὶ γύριζαν ἀδιάντροπα. Οἱ δικοί τους προσπαθοῦσαν νὰ τοὺς πιάσουν, νὰ τοὺς δέσουν, νὰ τοὺς ντύσουν. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ εἶχαν ἀποκτήσει τεραστία δαιμονικὴ δύναμι καί, ἐνῷ τοὺς δένανε μὲ ἁλυσίδες, αὐτοὶ ἔσπαζαν τὶς ἁλυσίδες σὰν κλωστές. Κι ὅταν βράδιαζε καὶ βγαίνανε τὰ ἄστρα, δὲν πήγαιναν στὸ σπίτι νὰ κοιμηθοῦνε· πήγαιναν στὰ μνήματα, καὶ ὅλη νύχτα μένανε ἐκεῖ. Φόβος καὶ τρόμος εἶχαν καταντήσει· κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ περάσῃ ἀπὸ τὸ μέρος ἐκεῖνο.
Οἱ δαιμονιζόμενοι αὐτοὶ δὲν πῆγαν στὸ Χριστό· πῆγε ὁ Χριστὸς στοὺς δαιμονιζομένους, καὶ εἶνε αὐτὸ ἄξιο παρατηρήσεως. Κι ὅταν ὁ Χριστὸς πῆγε κοντά τους, τρόμαξαν. Κατάλαβαν, ὅτι μέσα σ᾿ ἐκεῖνον κατοικεῖ μεγάλη δύναμις. Κι ὅπως τρέμουν τὰ φύλλα ὅταν φυσάει ὁ ἄνεμος, ἔτσι σείσθηκαν κι αὐτοὶ καὶ εἶπαν· «Γιατί ἦρθες νὰ μᾶς βασανίσῃς;» (Ματθ. 8,29). Τέλος ὁ Χριστὸς διέταξε καὶ ἔφυγαν τὰ δαιμόνια καὶ οἱ δύο νέοι ἀπηλλάγησαν.

* * *

Αὐτοὶ εἶνε οἱ δαιμονιζόμενοι τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, ποὺ χωρὶς ὑπερβολὴ εἶνε μιὰ φωτογραφία τῆς σημερινῆς κοινωνίας. Διότι καὶ ἡ κοινωνία μας δίδει ἀκριβῶς εἰκόνα δαιμονιζομένων. Ὀνομάζεται χριστιανικὴ κοινωνία, ἀλλὰ κυριαρχεῖται ἀπὸ δαιμόνια. Ὅταν ὁ Χριστὸς ρώτησε στὸ μέρος ἐκεῖνο κάποιον ἄλλο δαιμονιζόμενο, Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου; ὁ δαίμονας ποὺ ἤτανε μέσα του ἀπήντησε· «Λεγεών» (Μᾶρκ. 5,9· Λουκ. 8,30). Ἡ δὲ λεγεὼν ἦτο σῶμα στρατοῦ ἀπὸ ἕξι χιλιάδες ἄνδρες, ὅπως σήμερα ἡ μεραρχία. «Λεγεὼν» λοιπὸν σήμαινε, πλῆθος δαιμονίων.
Ἕνας διάσημος συγγραφεύς, ὁ Ῥῶσος Ντοστογιέφσκυ, προφήτευσε ὅτι θὰ ἔρθῃ μιὰ δαιμονικὴ ἐποχή. Ἔγραψε ἕνα σπουδαῖο βιβλίο μὲ τίτλο «Οἱ δαιμονισμένοι»· συνιστῶ στοὺς νεωτέρους νὰ τὸ διαβάσουν. Ἐκεῖ περιγράφει ὅλους μὲ διαφόρους χαρακτηρισμούς.
Κ᾿ ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ἂν ἀνοίξουμε τὴν καρδιά μας, θὰ δοῦμε ὅτι δὲν κατοικεῖ ἐκεῖ ὁ Χριστός· στὰ χείλη ἔχουμε τὸ Χριστό, ἀλλὰ στὴν καρδιὰ ὑπάρχουν δαιμόνια, ποὺ εἶνε λεγεών. Ὁ ἕνας ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ἀπιστίας καὶ ἀθεΐας, ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ὑποκρισίας καὶ τοῦ φαρισαϊσμοῦ, ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς λαιμαργίας καὶ τῆς μέθης, ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ἀκολασίας, τοῦ σεξουαλισμοῦ, τοῦ γυμνισμοῦ, τῆς πορνείας καὶ τῆς μοιχείας, ὁ ἄλλος τὸ δαιμόνιο τῆς φυγῆς καὶ τῆς ἀσωτίας, ὁ ἄλλος τὸ δαιμόνιο τοῦ θυμοῦ καὶ τῆς ὀργῆς, ἄλλος τὸ δαιμόνιο τοῦ φθόνου καὶ τῆς κακίας, ἄλλος τὸ δαιμόνιο τῆς ἀδικίας, τῆς φιλαργυρίας καὶ πλεονεξίας, ἢ τῶν ἄλλων κακιῶν.
Ἡ κοινωνία μας σήμερα κυβερνᾶται ὄχι ἀπὸ τὸ Χριστὸ ἀλλ᾿ ἀπὸ τὸ σατανᾶ. Εἶνε σανατοκρατουμένη. Καὶ τὰ δαιμόνια δημιουργοῦν μεγάλη σύγχυσι. Ποιό πρῶτο καὶ ποιό δεύτερο ἀπὸ τὰ δαιμόνια ποὺ ταλαιπωροῦν τὴ σύγχρονη ἀνθρωπότητα ν᾿ ἀναφέρουμε;
Δαιμόνια πειράζουν τὴ νεολαία. Βλέπεις τὰ παιδιὰ καὶ δὲ᾿ μένουν πλέον μέσ᾿ στὸ σπίτι. Φεύγουν, γυρίζουν δεξιὰ κι ἀριστερά, κ᾿ ἐκεῖ τὰ κυκλώνουν ποικίλοι πειρασμοί. Οἱ δυστυχισμένοι γονεῖς ὑποφέρουν. Ἦρθε κάποτε στὴ μητρόπολι ἕνας ἄνθρωπος μὲ σπασμένο τὸ κεφάλι. Εἶχε ἕνα παιδὶ φοιτητὴ νομικῆς, κι ὅταν αὐτὸς ἦρθε στοὺς γονεῖς του τὴν πρώτη νύχτα δὲν ἔμεινε στὸ σπίτι. Πῆγε σ᾿ ἕνα κέντρο. Οἱ γονεῖς τὸν περίμεναν. Ἔφτασε τὶς πρωϊνὲς ὧρες μεθυσμένος. Κι ὅταν ὁ πατέρας τόλμησε νὰ τοῦ κάνῃ μιὰ παρατήρησι, αὐτὸς ἀγριεμένος σὰν θηρίο, σὰν δαιμονισμένος, τοῦ ᾿σπασε τὸ κεφάλι.
Ἄλλα δαιμόνια ποὺ πειράζουν τοὺς νέους εἶνε τὰ δαιμόνια τῆς διασκεδάσεως, τῆς ἀκολασίας καὶ τῆς διαφθορᾶς. Καὶ μόνο τοὺς νέους; ὅλη τὴν κοινωνία. Τὰ ἁμαρτωλὰ κέντρα σήμερα γέμισαν τὸν κόσμο. Μόλις βραδιάζει, τὰ δαιμόνια τῆς σαρκός, τῆς ἡδονῆς, τοῦ ἀλκοολισμοῦ, τῆς μέθης, τῶν ναρκωτικῶν, τῆς ταχύτητος κ.τ.λ. σπρώχνουν ὅλους νὰ φύγουν ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ πηγαίνουν στὰ «μνήματα», ὅπως ἐκεῖνοι οἱ δαιμονιζόμενοι. «Μνήματα» εἶνε οἱ ντισκοτέκς, τὰ κακόφημα σπίτια καὶ ἄλλα κέντρα, ὅπου κάνουν συντροφιὰ μὲ τοὺς δαίμονες― ἀθλία κατάστασι―, καὶ τὶς πρωϊνὲς ὧρες γυρίζουν ῥάκος.
Ἄλλα δαιμόνια ἡ πλεονεξία καὶ τὸ ἄνομο κέρδος. Ὅλοι σήμερα ἔγιναν «ποσα-παίρνηδες». Παίρνεις πολλά; ἔχεις ἀξία. Δὲν παίρνεις πολλά; δὲν ἀξίζεις τίποτα. Στὴν περιφέρειά μας ἕνα τίμιο πτωχαδάκι, βοσκὸς στὴν Πρέσπα, ἀγάπησε μιὰ κοπέλλα. Ἀλλὰ τὶς παραμονὲς τοῦ γάμου, νά καὶ ἦρθε ἕνας Ἀμερικᾶνος ἀπὸ τὸ Σικάγο (μὲ δαχτυλίδια, μὲ αὐτοκίνητα, μὲ τοῦτα μὲ τ᾿ ἄλλα) καὶ τὴ ζήτησε. Καὶ ὁ πατέρας της ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἀρνηθήκανε τὸ παιδὶ αὐτὸ καὶ προτιμήσανε τὸν Ἀμερικᾶνο. Πῆγε ν᾿ ἀπελπιστῇ ὁ καημένος ὁ βοσκός. Κάλεσα τὸν πατέρα τῆς νύφης. ―Τί εἶνε αὐτὰ ποὺ κάνεις; λέω· δὲν εἶνε σωστό. Αὐτὸς ὁ βοσκὸς, ποὺ πιστεύει στὸ Θεὸ καὶ κάνει τὴν προσευχή του, εἶνε ἀνώτερος ἀπὸ κάθε ἄλλον. ―Ὄχι, λέει· ἐγὼ βρῆκα τὸ τυχερό μου· τώρα τί μοῦ λὲς ἐσύ, παπᾶ;… Αὐτὸς εἶχε τὸ δαιμόνιο τῆς φιλαργυρίας, τὸ δαιμόνιο τῶν τριάκοντα ἀργυρίων. Ἔτσι ἡ κόρη πῆρε τὸν Ἀμερικᾶνο. Ὁ βοσκὸς ὁ ταλαίπωρος, φιλότιμος καὶ αἰσθηματίας, ἦρθε στὴ μητρόπολι καὶ ἤθελε ν᾿ αὐτοκτονήσῃ. ―Εἶσαι ἀνόητος, τοῦ λέω. Νὰ πᾷς ν᾿ ἀνάψῃς μιὰ λαμπάδα καὶ νὰ πῇς «Δόξα σοι, ὁ Θεός». Διότι σώθηκες ἀπὸ μιὰ γυναῖκα ποὺ δὲν ἀγαπάει τὸ Χριστὸ ἀλλὰ ἀγαπάει τὸ χρυσό. Γυναῖκες, λέω, ὑπάρχουν κι ἄλλες. Καὶ τὸν ἀνέπαυσε αὐτό. Μετὰ ἀπὸ μερικοὺς μῆνες ἔρχεται τηλεγράφημα ἀπὸ τὸ Σικάγο στὸν πατέρα· «Πατέρα, ἔλα νὰ μὲ πάρῃς!». Τί ἀπεδείχθη· ὁ Ἀμερικᾶνος ἦταν γκάγκστερ, καὶ τὴ νύχτα πῆγε νὰ τὴν πνίξῃ!
Θὰ τελειώσω μ᾿ ἕνα ἄλλο φρικτὸ δαιμόνιο. Ἂν σᾶς ρωτήσω, Πόσα παιδιὰ ἔχετε; οἱ περισσότεροι θ᾿ ἀπαντήσετε· Δύο. Αὐτὸ εἶνε μιὰ δαιμονικὴ κατάστασι, μιὰ κατάρα. Ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶνε ἡ ἀποφυγὴ τῆς τεκνογονίας. Τὸ 1912, ποὺ ἐλευθερώθηκε ἡ Μακεδονία μας, ἕνας Ἕλληνας πέθαινε – ὀχτὼ γεννιόντανε. Πτωχαδάκια εὐλογημένα, πιστεύανε στὸ Χριστό, γεννούσανε παιδιὰ καὶ τὰ ἐμπιστεύονταν στὸ Θεό. Καὶ ὁ Θεός, ποὺ τρέφει τὰ κοράκια τ᾿ οὐρανοῦ, ἔτρεφε τὰ παιδιὰ αὐτά. Καὶ βγαίνανε ἥρωες, μεγάλοι ἄνθρωποι. Ἀπὸ ᾿κεῖ τώρα ποῦ πέσαμε; Σήμερα ἕνας Ἕλληνας πεθαίνει – μισός γεννιέται. Σβήνει τὸ ἔθνος μας. Ἐνῷ στὴν Τουρκία ἕνας Τοῦρκος πεθαίνει – δέκα γεννιοῦνται. Εμεθα δολοφόνοι. 400.000 ἀθῷα παιδιὰ σκοτώνουν μέσ᾿ στὶς κοιλιὲς οἱ γονεῖς. Εἶνε δαιμονισμένοι! γυναίκα καὶ ἄντρας ποὺ πετοῦν τὸ παιδί τους εἶνε δαιμονισμένοι.

* * *

Τί πρέπει νὰ γίνῃ; Ν᾿ ἀπελπιστοῦμε; Ὄχι. Ὑπάρχει, δόξα τῷ Θεῷ, ἐλπίδα. Ποιά εἶνε ἡ ἐλπίδα μας; Οὔτε Δύσις, οὔτε Ἀνατολή, οὔτε ἀλλαγὴ καθεστῶτος καὶ κυβερνήσεως. Μιὰ εἶνε ἡ ἐλπίδα· αὐτὸ ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Πῶς θὰ σωθοῦμε; Ἐὰν πιστέψουμε καὶ πᾶμε κοντὰ στὸ Χριστό. Πῶς θὰ σωθοῦμε; Ἐὰν μετανοήσουμε. Τότε καὶ στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸν κόσμο θὰ ξημερώσουν καλύτερες ἡμέρες. Διαφορετικά, προβλέπω μεγάλη συμφορὰ στὴν ἀνθρωπότητα. Καὶ τὸ ἱστορικό μας ἔθνος, ποὺ ἔχει 5.000 χρόνια ζωή, θὰ σβήσῃ ἀπὸ τὸ χάρτη, κ᾿ ἐμεῖς θὰ εἴμεθα οἱ νεκροθάφται του.
Ἂς μᾶς θυμηθοῦν οἱ ἅγιοι καὶ ἡ Παναγιά, ὥστε ἡ Ἑλλάς μας νὰ ἐπανέλθῃ στὴν τροχιά της, καὶ παῖδες Ἑλλήνων νὰ ὑμνοῦν καὶ νὰ δοξολογοῦν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

 

ΕΧΟΥΜΕ ΠΝΕΥΜΑ ΑΓΙΟ;

Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἑορτὲς τῆς πίστεώς μας, ἡ Πεν­τηκοστή· γιορτάζουμε τὰ γενέθλια τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Εἶνε ἡ ἐκπλήρωσι τῆς ὑποσχέ­σεως ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰ­ησοῦς Χριστός, ὅτι θὰ στείλῃ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅ­γιο. Ὅλα σή­μερα (ἀπόστολος, εὐαγγέλιο, τροπάρια, πρὸ παντὸς οἱ εὐχές) μιλοῦν γιὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο.
Γιὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο πρέπει κ᾽ ἐμεῖς νὰ μι­λήσουμε. Σὲ ποιόν ὅμως; ὑπάρχουν αὐτιὰ ν᾽ ἀ­κούσουν, καρδιὲς νὰ αἰσθανθοῦν; Ὁ σημερινὸς κόσμος γιὰ ἄλλα πράγματα συζητεῖ· ἂν τοῦ μι­λήσῃς γιὰ Πνεῦ­μα ἅγιο, μένει ψυχρός «Ὦ γενεὰ ἄ­πιστος» τοῦ αἰῶνος μας! (πρβλ. Ματθ. 17,17. Μᾶρκ. 9,19. Λουκ. 9,41).
Ξέρετε πῶς μοιάζουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι; σὰν τυφλοπόντικες. Ὁ τυφλοπόν­τικας δὲν βγαί­νει ἀπ᾽ τὸ λαγούμι του· ἐκεῖ μέσα γεννήθηκε, ἐ­­κεῖ καὶ θὰ πεθάνῃ. Κ᾽ ἐμεῖς τυφλοπόντικες εἴμα­στε. Ὅσα γράμμα­τα κι ἂν ξέρουμε, ζοῦ­με μέσ᾽ στὰ λαγούμια τῆς ὕλης καὶ δὲν καταλαβαίνουμε τὴ σημερινὴ γιορτή, ὅτι πέρα ἀπὸ τὴν ὕλη, ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἐνδιαφέρον­τα, ὑπάρχει κάτι ἄλλο.

* * *

Μέσα στὸν κόσμο αὐτὸ τῆς φθορᾶς καὶ παροδικότητος, ἀγαπητοί μου, ἔρχεται ἡ σημερινὴ ἑορτὴ νὰ ὑ­πενθυμίσῃ, ὅτι ὑπάρχει κ᾽ ἕ­νας ἄλλος κόσμος, ὁ κόσμος τοῦ Πνεύματος. Ἂς φωνάζουν οἱ ἄ­πιστοι, ἂς λένε ὅ,τι θέλουν. Ἐμεῖς δὲν ἀρνούμεθα τὴν ὕλη· ἀλλ᾽ ὅσο βέβαιο εἶνε ὅτι ὑπάρχει ἡ ὕλη, ποὺ τὴν πιάνεις τὴ ζυγίζεις τὴ μετρᾷς, ἄλλο τόσο βέβαιο εἶνε ὅτι ὑπάρχει πνεῦ­μα, ὅτι ὑπάρχει Πνεῦμα ἅγιο.
Ὑπάρχει Πνεῦμα ἅγιο. Ἀπόδειξις σήμερα οἱ ἀπόστολοι. Τί ἦταν οἱ ἀπόστολοι τὸ ἀκούσαμε. Δὲν βγῆκαν ἀπὸ γυμνάσια καὶ σχολές, δὲν ἔμαθαν γλῶσ­σες. Καὶ βλέ­πεις, αὐτοὶ οἱ ἀγράμματοι, ἔγιναν πάνσοφοι. Ἐ­ὰν σᾶς ἔλεγαν, ὅτι ἕνα μικρὸ παιδί, ἕνας πιτσιρίκος τοῦ νηπιαγωγείου, κατώρθωσε νὰ λύσῃ ἕνα δύσ­κολο πρόβλημα ἀ­­ριθμητικῆς ἢ ἀλγέβρας, τί θὰ λέγατε·

Εἶνε δυ­­νατόν; αὐτὸ εἶνε θαῦμα. Ἔ, πιὸ μεγάλο θαῦ­­μα ἔχουμε ἐδῶ. Αὐτοὶ οἱ ἀπόστολοι, ποὺ σὰν ψα­ρᾶδες μόνη δουλειά τους ἦταν νὰ ῥίχνουν τὰ δίχτυα, ξαφνικὰ ἀνέβηκαν τόσο ψηλά, ποὺ μπο­ροῦσαν ν᾽ ἀπαντοῦν σὲ φιλοσό­φους· ἀνέβηκαν πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὸ Σωκράτη καὶ τὸν Ἀριστο­τέλη, ἐκεῖ ποὺ «ἰλιγγιᾷ νοῦς» ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία (θ΄ ᾠδὴ καταβασ. Φώτων καὶ Σαβ. πρὸ Πεντηκοστῆς), σὲ τέτοιο ὕ­ψος θεωρίας. Ποιός τοὺς φώτισε; ρω­τᾶμε τοὺς ἀπίστους· ἐλᾶτε νὰ μᾶς ἐξηγήσετε πῶς ἀπέκτησαν τέτοια σοφία καὶ δύναμι, καὶ ὄχι μόνο τὸ μυαλὸ ἀλλὰ καὶ ἡ καρδιά τους πῆρε τέ­τοια φτερά; «Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν; σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν θαυμάσια (μόνος)» (Ψαλμ. 76,14-15).
Τί ἦταν λοιπὸν οἱ ἀπόστολοι; Θυμηθῆτε· ὁ ἀπόστολος Πέτρος μπροστὰ σὲ μιὰ ὑπηρέτρια, μὲ ὅρκο μία καὶ δύο καὶ τρεῖς φορὲς λέει «Οὐκ οἶδα τὸν ἄν­θρωπον», δὲν τὸν γνωρίζω (Ματθ. 26,74. Μᾶρκ. 14,71). Αὐτὸς λοιπόν, ποὺ σὰν λαγὸς εἶχε χαθῆ, τώ­ρα μπροστὰ ὄχι σ᾽ ἕνα δουλικὸ ἀλλὰ σὲ πλῆ­θος κόσμου, μπροστὰ στοὺς φονιᾶδες καὶ σταυ­ρωτάς, αὐ­τοὺς ποὺ φώναζαν «Ἆρον ἆρον, σταύ­ρωσον αὐ­τόν» (Ἰω. 19,15), μὲ θάρρος λέει· Πιστεύω καὶ λατρεύω τὸ Χριστό, αὐτὸς εἶνε ἡ σωτηρία τοῦ κό­σμου, κ᾽ ἐσεῖς εἶστε οἱ σταυρωταί του. Τὸν βλέ­πετε σήμερα καὶ μιλάει μπροστὰ σὲ τρεῖς χιλιάδες· θὰ τὸν δῆτε αὔριο νὰ παίρνῃ ἕνα ῥαβδί, νὰ γυρίζῃ βουνὰ – λαγ­κάδια, χῶρες καὶ πολιτεῖες, ἕως ὅτου φτάσῃ στὴ ῾Ρώμη, κ᾽ ἐκεῖ μπροστὰ στοὺς τυράννους, μπροστὰ στὸ Νέρωνα, νὰ κηρύττῃ καὶ νὰ μαρτυρῇ γιὰ τὸ Χριστό. Ρωτᾶμε λοιπόν· ἀπὸ ποῦ πῆρε αὐτὸ τὸ θάρρος ὁ Πέτρος καὶ ὅλοι οἱ ἀπόστολοι; Κάτι μεγάλο, ὅπως εἶνε τὸ σημερινὸ γεγονός, ἦταν αὐτὸ ποὺ τοὺς ἔδωσε τὴ δύναμι.
Ὑπάρχει Πνεῦμα ἅγιο, ἀπόδειξις τὰ θαύμα­­τα τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν ἁγίων. –Μὰ θὰ πῆ­τε, δὲν τὸ βλέπου­με… Δὲν τὸ βλέπεις; Κι ὅ­μως ὑπάρχουν καὶ πρά­γματα ποὺ δὲν τὰ βλέπεις μὰ τὰ αἰ­σθά­νε­σαι. Σὲ ρωτῶ, βλέπεις τὸν ἀέρα; Κι ὅ­μως τὸν αἰσθάνεσαι ἀπὸ τὶς ἐνέργειες, τ᾽ ἀ­­ποτελέσματά του· ὅταν σὰν αὔρα μᾶς δροσί­ζει, ὅταν κάνει τὴ θάλασσα νὰ ὑψώνῃ κύματα, ὅ­ταν σείει τὰ δέντρα, ὅταν ξερριζώνει ὁ­λόκληρα πλατάνια…. Ἔτσι καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Ἀκούσατε τὸν ἀπόστολο; «Ἐγένετο …ἦ­χος ὥσπερ φερο­μέ­νης πνο­ῆς βιαίας» (Πράξ. 2,2)· τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἦρ­θε σὰν ἄνεμος, λέει· ἄνεμος ποὺ φύση­ξε ὄχι ἀπὸ τὰ δάση ἢ τὰ πελά­γη, ἀλλὰ ψηλὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό. Αὐ­τὸς ὁ πνευ­ματικὸς ἄνεμος ἀλλοῦ δροσίζει τὶς ψυ­χές, ἀλλοῦ τὶς κάνει νὰ φρικι­οῦν καὶ νὰ ταράζωνται μπρο­στὰ στὸ ἐρώτημα τῆς συνει­δήσεως, κι ἀλ­λοῦ σὰν θύελλα σείει ἁ­μαρτωλὰ καθεστῶτα, ξερρι­ζώνει τὰ πάθη ποὺ εἶνε ῥιζωμένα μέσα μας σὰν τὰ πλατάνια.
Ὑπάρχει Πνεῦμα ἅγιο. Θέλεις νὰ τὸ καταλά­­βῃς; Θὰ πῶ κάτι μὰ δὲν ξέρω ἂν θὰ τὸ ἐ­φαρμό­σετε. Θὰ σᾶς πῶ δύο τρόπους, μὲ τοὺς ὁποίους μπορεῖ ὁ καθένας νὰ αἰσθανθῇ τὸ ἅγιο Πνεῦμα.
Πρῶτος τρόπος. Σήμερα, τέτοια ἅγια ἡμέρα, μὴν τρέχετε δεξιὰ κι ἀριστερά· καθίστε στὸ σπιτάκι σας καὶ ῥίξτε μιὰ ματιὰ στὰ περασμένα. Πόσων χρονῶν εἶστε; 20, 30, 40, 50, 60…; ῾Ρῖ­ξτε μιὰ ματιὰ στὸ παρελθόν. Σᾶς ἐρωτῶ· δὲν ὑπάρχουν στὴ ζωή σας στιγμὲς κακές; Πόσες φο­ρὲς κ᾽ ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ δὲν ποτίσαμε ὄ­ξος καὶ χολὴ τὸν Κύριό μας! Γιά σκέψου τὰ μικρά σου χρόνια, τὰ χρόνια τοῦ δημοτικοῦ σχο­­λείου, τὰ χρόνια ποὺ ἤσουν ἔφηβος, ὅταν ἔγινες ὥριμος, ὅλα ὅσα πέρασες στὴ ζωὴ αὐτή. Μέτρα σὰν μαῦρες χάντρες τ᾽ ἁμαρτήματά σου· σκέψεις πονηρές, ἐπιθυμίες ἀκάθαρτες, λόγια ἄπρεπα καὶ βλάσφημα, πράξεις καὶ ἐνέργειες ἀντίθετες μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά, ἂν τὰ ζυγίσῃς μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, θὰ δῇς ὅτι στὴ ζυγαριὰ τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καὶ μιὰ σκέψι πονηρὴ ποὺ περνάει ἀπ᾽ τὸ μυαλό, τί εἶνε, ἀδέρφια μου; ἕνα καρφὶ στὴν καρδιὰ τοῦ Χριστοῦ. Νὰ συναισθανθοῦμε λοιπὸν τὴν ἁμαρτωλότητά μας καὶ μετὰ νὰ πᾶμε στὸν Ἰορδάνη ποταμό, στὸ μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξ­ομολογήσεως· νὰ πᾶμε στὸν πνευματικό, νὰ ποῦμε τ᾽ ἁμαρτήμα­τά μας ὅλα. Καὶ σᾶς τὸ δίνω γραπτῶς· τὴν ὥρα ποὺ θὰ λὲς τ᾽ ἁμαρτήμα­τά σου, ἀπ᾽ τὰ μεγαλύ­τερα ὣς τὰ μικρότερα, θὰ νιώ­θῃς νὰ φεύγῃ ἀ­πὸ πάνω σου βουνὸ ὁλόκληρο· κι ὅταν βγῇς ἀπὸ τὴν ἐξομολό­γησι θὰ εἶσαι ἀνάλαφρος, θὰ πετᾷς· θὰ αἰ­σθάνεσαι τὴ χαρὰ ποὺ δίνει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Θέλεις λοιπὸν νὰ αἰ­σθανθῇς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο; ἄντε νὰ ἐξομολογηθῇς.
Δεύτερος τρόπος νὰ αἰσθανθῆτε τὸ Πνεῦ­μα τὸ ἅγιο ποιός εἶνε; Τὴν Κυριακή, ὅταν χτυπάει ἡ καμπάνα, προτοῦ ἀκόμη ν᾽ ἀρχίσῃ ἡ θεία λειτουργία –γιατὶ εἶνε ἁ­μαρτία νά ᾽ρχεσαι με­τὰ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς…»–, τρέξε στὸ ναὸ καὶ πές· Ἐγώ, Κύριε, δὲν εἶ­μαι ἄξιος νὰ μπῶ στὸ παλάτι σου, νὰ βλέπω τὶς εἰ­κόνες καὶ ν᾽ ἀκούω τὰ θεῖα σου λόγια· Θεέ μου, ἐλέησέ με… Ἂν μπῇς μέσα σὰν τὸ λῃστή, σὰν τὴν ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία· ἂν μπῇς μὲ ταπεί­νωσι καὶ δάκρυα κ᾽ ἔχῃς τεν­τωμένο τὸ αὐ­τί σου σ᾽ αὐτὰ ποὺ λέει ὁ παπᾶς κι ὁ ψάλτης, ἂν ἀκούσῃς τὴ λειτουργία ὅπως τὴν ἄκουγαν οἱ πατέρες μας, ποὺ ἔκλαιγαν καὶ μού­σκευαν τὰ πλακάκια κάτω· ἂν χτυπήσουμε τ᾽ ἁμαρτωλά μας στήθη καὶ ποῦμε Θεέ μου «ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13), τότε, ὅταν φτά­σουμε στὸ τέλος, θὰ δοῦμε τὸ θαῦμα καὶ θὰ ποῦμε· «Εἴ­δομεν τὸ φῶς τὸ ἀ­ληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐ­πουράνιον· εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ ἀ­διαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες· αὕτη γὰρ ἡ­μᾶς ἔσωσε» (θ. Λειτ). Μέσα στὴ λατρεία, ἀδελφοί μου, ὑπάρχει Πνεῦμα ἅγιο. Κάθε φορὰ ποὺ ἐκ­κλησιάζεσαι, θὰ μπαίνῃς λυπημένος καὶ θὰ βγαίνῃς διαφορετικός· κοράκι θὰ μπαίνῃς, περιστέρι θὰ βγαί­νῃς. Ὦ Ἐκκλησία, ὦ μάνα μας, ὦ Πνεῦμα ἅγιο!

* * *

Πιστέψτε, ἀδελφοί μου! Αὐτὸ εἶνε τὸ Πνεῦ­μα τὸ ἅγιο. Κλεῖστα τὰ μάτια καὶ τ᾽ αὐτιά σας στὸν κόσμο αὐτὸν τῆς διαφθο­ρᾶς καὶ τῆς ἀ­πάτης κι ἀνοῖξτε τα στὸ Θεό.
Ἐὰν ὅμως ἀντιθέτως κλείσουμε τ᾽ αὐτιά μας στὸ Θεό, προσέξατε τί λέει τὸ Εὐαγγέλιο; Ὅ,­τι εἶπε ὁ Χριστός, βγῆκε· «Ὁ οὐ­ρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ πα­ρέλ­θωσι» (Ματθ. 24,35). Τὸ τέλος τοῦ κόσμου θὰ εἶ­νε «ὥσ­περ αἱ ἡμέραι τοῦ Νῶε», ὅπως ἦταν στὴν ἐ­ποχὴ τοῦ Νῶε (ἔ.ἀ. 24,37)· γλέντια, διασκεδάσεις, παντρειές, ξεπαντρέματα, διαζύγια, ὄργια. Τότε ὁ Θεὸς ἔρ­ρι­ξε μιὰ ματιὰ στὸν κόσμο καὶ εἶπε· «Δὲν θὰ μείνῃ τὸ Πνεῦμα μου σ᾽ αὐτούς, διὰ τὸ εἶ­ναι αὐτοὺς σάρκας» (Γέν. 6,3). Τὸ πε­ριστέρι δὲν μένει σὲ ἀκάθαρτη φωλιά, καὶ τὸ Πνεῦ­μα τὸ ἅγιο θέλει καθαρὴ καρδιά, μιὰ καρδιὰ ἁγίου. Αὐτὴ ἡ καρδιὰ θὰ αἰσθανθῇ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Ἂν ὅμως ἐμεῖς εἴμαστε ἀκάθαρτοι, τό­τε θ᾽ ἀνοίξουν τὰ οὐράνια ὄχι βέβαια γιὰ νὰ ἔρ­θῃ Πνεῦμα ἅγιο, οὔτε πλέον γιὰ νὰ πέ­σῃ νερά­κι ὅπως ἐπὶ Νῶε, ἀλλὰ –ἀλλοίμονο– γιὰ νὰ πέσῃ φωτιὰ τῆς Ἀ­ποκαλύψεως· καὶ τότε… γῆ Μαδιάμ, Ἁρμαγεδών, καταστροφή!
Ὦ ἀδέρφια μου, τί λένε οἱ καρδιές μας, ποιά εἶνε τὰ ἐνδιαφέροντά μας; Σήμερα, τέτοια ἅγια μέρα, ἂς γονα­τίσουμε κι ἂς παρακαλέσουμε, νὰ ἔρ­θῃ Πνεῦμα ἅγιο· Πνεῦμα ἅγιο στοὺς ἄρ­χον­­τές μας, στοὺς δεσποτάδες μας, στοὺς ἄντρες, στὶς γυ­ναῖ­κες, στὰ παιδιά, στὸν κόσμο ὅλο· νὰ γίνουμε μιὰ οἰκογένεια καὶ νὰ ὑμνοῦμε Πα­τέρα Υἱὸν καὶ Πνεῦμα ἅγιον εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Απολλώ Μοναχός
Ιερά Μονή Δοχειαρίου

ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ

ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ     ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

«Ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς» (Ἰωάν. 17,11)

            Η σημερινὴ ἡμέρα, ἀγαπητοί μου, ὀνομάζεται «ἑβδόμη Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα». Τί σημαίνει Κυριακή; Ὅπως δηλώνει τὸ ὄνομα, ἀνήκει στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ποὺ δημιούργησε καὶ συντηρεῖ καὶ προνοεῖ γιὰ ὅλα. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ τιμοῦμε τὴν ἡμέρα αὐτή· νὰ ἐκκλησιαζώμεθα, νὰ δοξολογοῦμε, νὰ εὐχαριστοῦμε, καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Κύριο. Εἶνε ἀπαραίτητος ὁ ἐκκλησιασμός.

Ἀλλὰ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ὀνομάζεται εἰδικῶς Κυριακὴ τῶν πατέρων. Γιὰ ποιό λόγο; Πατέρες λέγονται ἐκεῖνοι ποὺ σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ ἔρχονται σὲ κανονικὸ ἐκκλησιαστικὸ γάμο καὶ φέρνουν στὸν κόσμο παιδιά. Παραπάνω ὅμως ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς αὐτοὺς πατέρες εἶνε οἱ πνευματικοὶ πατέρες, δηλαδὴ οἱ διδάσκαλοι, οἱ καθηγηταί, οἱ θεολόγοι, οἱ ἱεροκήρυκες, καὶ προπαντὸς οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι. Αὐτοὶ μὲ τὸ λόγο τους ἀναγεννοῦν ψυχές. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γεννᾷ πνευματικὰ τέκνα, ποὺ ἔχουν πνευματικὸ πατέρα τὸν κήρυκα, τὸν κληρικό. Γι᾿ αὐτὸ οἱ πνευματικοὶ πατέρες πρέπει νὰ τυγχάνουν τιμῆς καὶ σεβασμοῦ περισσότερο ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς πατέρας.

Σήμερα συγκεκριμένως ἑορτάζουν οἱ τριακόσιοι δεκαοκτὼ πατέρες ποὺ συνεκρότησαν τὸ 325 μ.Χ. τὴν Α΄ (πρώτη) Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη παρουσιάστηκε λύκος φοβερός, ὁ Ἄρειος, ποὺ ἐδίδασκε ἀντίθετα ἀπ᾿ ὅ,τι διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας. Θεμελιώδης ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας εἶνε, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός. Αὐτὸ τὸ ἠρνεῖτο ὁ Ἄρειος. Γι᾿ αὐτὸ συνῆλθαν ἐκεῖ ἐπὶ βασιλείας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου οἱ πατέρες. Νὰ τοὺς παρουσιάσουμε ἕναν – ἕνα; Θὰ ἦταν μακρὸς ὁ λόγος· μεταξὺ αὐτῶν ἦταν ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων ὁ θαυματουργός, ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος, ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας… Ἀλλὰ μεγαλύτερος ἀπ᾿ ὅλους ἦταν ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος. Αὐτοὶ λοιπόν, ἐν Πνεύματι ἁγίῳ, κατεδίκασαν τὴ διδασκαλία τοῦ Ἀρείου καὶ συνέταξαν τὸ Σύμβολο τῆς πίστεως, τὸ «Πιστεύω», ποὺ ἀκούγεται κάθε φορὰ ποὺ γίνεται θεία λειτουργία.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἂς ἔλθουμε τώρα νὰ ῥίξουμε ἕνα βλέμμα στὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάζεται σήμερα. Ὄχι ἕνα ἀλλὰ ἑκατὸ κηρύγματα νὰ κάνουμε, δὲ᾿ θὰ μπορέσουμε νὰ ἐξαντλήσουμε τὸ περιεχόμενό του. Ἡ περικοπὴ αὐτὴ περιέχει τὴ θαυμασία προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ. Πότε τὴν ἔκανε ὁ Κύριος; Τὴν τελευταία νύχτα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του, νύχτα ποτισμένη μὲ δάκρυα, τὴ νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Τότε ἐτέλεσε τὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας καὶ κάλεσε τοὺς μαθητὰς νὰ κοινωνήσουν τὰ ἄχραντα μυστήρια. Μετὰ τοὺς ἀπηύθυνε μία μεγάλη σπουδαιοτάτη ὁμιλία. Καὶ τέλος τί ἔκανε; προσευχήθηκε. Προτοῦ ν᾿ ἀναχωρήσῃ γιὰ τὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, ὅπου θὰ τὸν συνελάμβαναν οἱ Ἰουδαῖοι, ὁ Κύριος προσευχήθηκε στὸν οὐράνιο Πατέρα. Προσευχήθηκε πρῶτα γιὰ τὸν ἑαυτό του, προσευχήθηκε ἔπειτα γιὰ τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς Χριστιανοὺς ὅλων τῶν αἰώνων. Ἀφήνουμε τὰ ἄλλα, γιὰ νὰ σταθοῦμε στὰ λόγια ποὺ εἶπε γιὰ τοὺς μαθητάς του καὶ ὅλους τοὺς Χριστιανούς.

* * *

Προέβλεπε ὁ Χριστός. Τί προέβλεπε; Προέβλεπε, ὅτι ὁ σατανᾶς θὰ πολεμήσῃ τὴν Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε. Θὰ τὴν πολεμήσῃ μὲ λύσσα, μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ διαθέτουν οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις του. Τὸ δὲ ἰσχυρότερο μέσο ἢ ὅπλο, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ προσπαθήσῃ νὰ διαλύσῃ τὴν Ἐκκλησία, εἶνε – ποιό; Ἡ διαίρεσις. Θὰ ἐνσπείρῃ ζιζάνια, θὰ ψυχράνῃ τὶς καρδιὲς τῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν θ᾿ ἀγαποῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, θὰ ἀλληλομισοῦνται, καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ διαιρεθῇ σὲ διάφορες φατρίες καὶ κόμματα καὶ ὑποδιαιρέσεις. Αὐτὸ προέβλεπε ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτὸ παρακαλεῖ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Παρακαλεῖ γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ παρακαλῶ, λέει, οὐράνιε Πατέρα, οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἶνε ἕνα, ἑνωμένοι μὲ τὴ ῥίζα καὶ μεταξύ τους ὅπως οἱ κληματόβεργες στὸ ἀμπέλι. Τὸ ατημα «ἵνα ὦσιν ἕν» τὸ ἐπαναλαμβάνει πέντε φορές (βλ. Ἰωάν. 17,12,21-23). Τόσο μεγάλη σπουδαιότητα ἀποδίδει ὁ Χριστὸς στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.

Θέλεις νὰ δῇς τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Δὲς μιὰ οἰκογένεια δεμένη, ποὺ ἡ γυναίκα σέβεται καὶ ὑπακούει στὸν ἄντρα, ὁ ἄντρας ἀγαπάει τὴ γυναῖκα, τὰ παιδιὰ ἀκοῦνε τοὺς γονεῖς· μιὰ τέτοια οἰκογένεια εἶνε παράδεισος – δυστυχῶς σπάνιο πρᾶγμα πλέον. Πόσο συγκινήθηκα ὅταν κάποιος μοῦ εἶπε· «Ζήσαμε πενήντα χρόνια μὲ τὴ γυναῖκα μου, καὶ κακὸ λόγο δὲν ἀλλάξαμε»! Ἡ σημερινὴ γενεὰ μεταξὺ τῶν ἄλλων κακῶν ἔχει καὶ τὴ διάλυσι τῆς οἰκογενείας· πορνεία, μοιχεία, διαζύγιο ἀκοῦς συχνά· διαπληκτισμοὶ φτάνουν κάθε μέρα στὴ μητρόπολι. Στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴν εὐλογημένη χώρα, μέσ᾿ στὰ ἑκατὸ χρόνια δὲν ἀκουγόταν οὔτε ἕνα διαζύγιο. Τώρα ἡ οἰκογένεια εἶνε διαλυμένη. Δεῖξτε μου μιὰ οἰκογένεια ποὺ νὰ εἶνε ἑνωμένη σφιχτά, ποὺ ὁ ἄντρας νὰ γνώρισε μόνο μιὰ γυναῖκα στὸν κόσμο καὶ ἡ γυναίκα νὰ γνώρισε μόνο ἕναν ἄντρα – σπάνιο φαινόμενο πλέον· στὴν γενεὰ Σοδόμων καὶ Γομόρρας ἡ ἑνότης διεσπάσθη.
Θέλετε νὰ δῆτε τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Ῥίξτε ἕνα βλέμμα σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ οἱ κάτοικοι λόγῳ τῶν κομματικῶν διαφορῶν ἔχουν διαιρεθῆ. Εἶνε τρομερό. Μαθαίνω, ὅτι σὲ μικρὰ καὶ μεγάλα χωριά, ἀλλὰ καὶ παντοῦ, οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει ἐχθροὶ ἐξ αἰτίας τῶν πολιτικῶν διαφορῶν. Ἐνῷ εἶνε πατριῶτες, ἐνῷ εἶνε Χριστιανοί, ἐνῷ εἶνε βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, ψυχραίνονται μεταξύ τους σὲ τέτοιο σημεῖο, ποὺ δὲ᾿ λένε καλημέρα ὁ ἕνας στὸν ἄλλο· λὲς καὶ ὁ ἄλλος εἶνε Τοῦρκος, λὲς κ᾿ εἶνε ἀλλόφυλος. Αὐτὰ καὶ μεταξὺ συγγενῶν ἀκόμη. Οἱ ὀπαδοὶ κάθε κόμματος ἔχουν τὸ δικό τους καφενεῖο· στὸ ἕνα καφενεῖο πᾶνε οἱ μέν, στὸ ἄλλο πηγαίνουν οἱ ἄλλοι. Θεέ μου, τί διαίρεσις εἶν᾿ αὐτή!

Θέλεις νὰ δῇς ἀκόμη πιὸ πολὺ τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Διάβασε τὴν ἱστορία μας. Μικρὸ εἶνε τὸ ἔθνος μας. Ἀλλ᾿ ὅταν ἦταν ἑνωμένο, ὤ τότε νικούσαμε τοὺς ἐχθρούς. Οἱ γονεῖς μας, ἡ παλαιὰ γενεὰ ποὺ ἦταν τότε νέα παιδιά, ὅταν στρατεύθηκαν μᾶς ἄφηναν καὶ ἔφευγαν γιὰ τὸ μέτωπο. «Παναγιὰ μαζί σας», τοὺς ἔλεγαν οἱ μητέρες καὶ οἱ γιαγιάδες μας. Κ᾿ ἔφευγαν, κ᾿ ἔφευγαν. Καὶ ἑνωμένοι προχώρησαν, ἔφτασαν στὴ Λάρισσα. Καὶ προχώρησαν, πέρασαν τὸν Ὄλυμπο, καὶ σὰν ἀετοὶ τὴν ἡμέρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου μπῆκαν στὴ Θεσσαλονίκη. Καὶ προχώρησαν, ἔφτασαν μέχρι τὴ Σόφια. Ἦταν τότε ὅλοι ἑνωμένοι, δὲν ὑπῆρχαν κόμματα, δὲν ὑπῆρχε διαίρεσις. Ἑνωμένο τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος ἔφτασε μέχρι τὴν Τσατάλτζα, ἔξω ἀπ᾿ τὴν Κωνσταντινούπολι. Σὲ λίγο θὰ μπαίναμε στὴν Πόλι καὶ θὰ λειτουργούσαμε στὴν Ἁγια-Σοφιά. Ἀλλά, ἀλλά… Κ᾿ ἐνῷ οἱ Ἕλληνες εἶχαν φτάσει μέχρι τὸ Σαγγάριο καὶ ἄδειαζε ὁ Κεμὰλ τὴν Ἄγκυρα καὶ ἔφευγε πέρα ἀπ᾿ τὸ Ἰκόνιο, καὶ προμηνύετο θρίαμβος καὶ νίκη μεγάλη…, τί μᾶς ἔφαγε, τί μᾶς διέλυσε; Ἡ διχόνοια. Ἐδιχάσθη τὸ ἔθνος. Αἰτία τῆς νίκης τῶν Τούρκων ἦταν ἡ τρομερά μας διχόνοια. Δὲν τὸ λέω ἐγώ· τὸ λέει ὁ Κεμάλ. Ὅταν στὴν Ἄγκυρα τὸν χειροκροτοῦσαν, αὐτὸς τοὺς εἶπε· Τί μὲ χειροκροτᾶτε; δὲ᾿ νικήσαμε ἐμεῖς τοὺς Ἕλληνες· οἱ Ἕλληνες νικήθηκαν μόνοι τους, μὲ τὴ διαίρεσί τους… Ἔτσι ἦρθε ἡ μικρασιατικὴ καταστροφή, ἡ μεγάλη καταστροφή, ἀπὸ τὴ διαίρεσι.

* * *

Ἀδελφοί μου! Ὁ σατανᾶς διαιρεῖ, ὁ Χριστὸς ἑνώνει. Κ᾿ ἔχουμε πολλὰ παραδείγματα. Ὁ Χριστὸς ἑνώνει. Καὶ Χριστὸς σον Ἐκκλησία. Καὶ ἡ Ἐκκλησία ἑνώνει. Καὶ ἐγὼ ὡς ἐπίσκοπος δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα. Πενήντα χρόνια δουλεύω στὴν Ἐκκλησία, πολλοὺς διωγμοὺς καὶ φυλακίσεις καὶ ἐξορίες ὑπέστην, ἀλλὰ σὲ κόμματα δὲν ἀνήκω. Ἡ Ἐκκλησία μένει πάνω ἀπὸ τὰ κόμματα. Ἡ Ἐκκλησία μας, ὅπως εἶπα πολλὲς φορὲς καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνω, εἶνε σὰν τὴν κλῶσσα. Ἡ κλῶσσα ἀγαπάει ὅλα τὰ πουλιά της· ἄλλα πουλιά της εἶνε ἄσπρα, ἄλλα εἶνε κόκκινα, ἄλλα εἶνε γαλάζια, ἄλλα εἶνε κίτρινα, ἄλλα εἶνε μαῦρα· ἐκείνη τ᾿ ἀγαπάει ὅλα, ὁποιοδήποτε χρῶμα καὶ ἂν ἔχουν. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀγαπάει ὅλα τὰ παιδιά της καὶ δὲν ἀναμιγνύεται στὰ κομματικά. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει νὰ λέμε· Ἀνήκουμε στὴν πατρίδα, στὴ γλυκειά μας πατρίδα. Καὶ πάνω ἀπὸ τὴν πατρίδα ἀνήκουμε στὸ Χριστό· «ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν». Ἐκεῖ ν᾿ ἀνήκουμε καὶ ἕνα μόνο νὰ ἐπιδιώκουμε· νὰ εμαστε ἑνωμένοι, ἑνωμένοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Απολλώ Μοναχός
Ιερά Μονή Δοχειαρίου

Κυριακή Των Αγίων Μυροφόρων γυναικών, έτι δε Ιωσήφ του εξ Αριμαθαίας και του νυκτερινού μαθητού Νικοδήμου

Χριστῷ φέρουσιν αἱ Μαθήτριαι μύρα,
ἐγὼ δὲ ταύταις ὕμνον, ὡς μύρον, φέρω.

Βιογραφία
Μυροφόρες είναι οι γυναίκες που ακολουθούσαν το Κύριο μαζί με τη Μητέρα του, έμειναν μαζί της κατά την ώρα του σωτηριώδους πάθους και φρόντισαν να αλείψουν με μύρα το σώμα του Κυρίου. Όταν δηλαδή ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος ζήτησαν κι’ έλαβαν από το Πιλάτο το δεσποτικό σώμα, το κατέβασαν από το σταυρό, το περιέβαλαν σε σινδόνια μαζί με εκλεκτά αρώματα, το τοποθέτησαν σε λαξευτό μνημείο κι’ έβαλαν μεγάλη πέτρα πάνω στη θύρα του μνημείου, παρευρίσκονταν θεωρώντας κατά τον ευαγγελιστή Μάρκο η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία που καθόταν απέναντι του τάφου. Άλλη Μαρία εννοούσε οπωσδήποτε τη Θεομήτορα. Δεν παρευρισκόταν μόνο αυτές, αλλά και πολλές άλλες γυναίκες όπως αναφέρει και ο Λουκάς.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β΄.
Ὀ εὐσχήμων Ἰωσήφ, ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελὼν τὸ ἄχραντόν σου σῶμα, σινδόνι καθαρὰ εἰλήσας καὶ ἀρώμασιν, ἐν μνήματι καινῷ, κηδεύσας ἀπέθετο· ἀλλὰ τριήμερος ἀνέστης Κύριε, παρέχων τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ταῖς μυροφόροις γυναιξί, παρὰ τὸ μνῆμα ἐπιστάς, ὁ Ἄγγελος ἐβόα· τὰ μύρα τοῖς θνητοῖς ὑπάρχει ἁρμόδια· Χριστὸς δὲ διαφθορᾶς ἐδείχθη ἀλλότριος· ἀλλὰ κραυγάσατε· Ἀνέστη ὁ Κύριος, παρέχων τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄ Κανόνας πίστεως.
(Ἀπολυτίκιον Νικοδήμου Μυροφόρου)
Χριστὸν τὸν Κύριον ἐν νυχτὶ ἐπεσκέψατο, ἀναγέννησιν ἄνωθεν ἐκδιδαχθεὶς ἐμαθήτευσεν, ὡς κεκρυμμένος ἀπόστολος. Εὐθαρσῶς διεφώνει πρὸς φαρισαίους καὶ γραμματεῖς, τὸν Σωτῆρα διώκοντας. Ὃν νεκρὸν καθεῖλεν ἐκ τοῦ Σταυροῦ, μῦρα τῇ ταφῇ ἐνεγκών, Νικόδημος ὁ ἔνθερμος.

Κοντάκιον
Ἦχος β΄.
Τὸ Χαῖρε ταῖς Μυροφόροις φθεγξάμενος, τὸν θρῆνον τῆς προμήτορος Εὔας κατέπαυσας, τῇ Ἀναστάσει Σου Χριστὲ ὁ Θεός· τοῖς Ἀποστόλοις δὲ τοῖς σοῖς κηρύττειν ἐπέταξας· ὁ Σωτὴρ ἐξανέστη τοῦ μνήματος.

 

Πηγή saint.gr

 

KyriakiMyroforon02[1]

Τι είναι η Προηγιασμένη Θεια Λειτουργία;

Η εκκλησία μας αδελφοί μου καθόρισε όλες τις Τέταρτες και τις Παρασκευές της Μ. Τεσσαρακοστής μια άλλη Λειτουργία να τελείται , η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων.

Κατά την Λειτουργία αύτη δεν γίνεται Θυσία δηλ μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού.

Ο Άρτος και ο Οίνος είναι τα Τίμια Δώρα που έχουν είδη προηγιασθεί την προηγούμενη Κυριακή και για αυτό ονομάζεται Προηγιασμένη Θεια Λειτουργιά των Τίμιων Δώρων. Άρα έχουμε πλέον πάνω στην Άγια Τράπεζα τον ίδιο τον Χριστό το σώμα και το αίμα του, είναι πλέον Σωμα και Αίμα Χριστού και απλά προσφέρονται ως μετάληψη στους πιστούς.

Για αυτόν τον λόγο και η δομή της Ακολουθίας αυτής είναι διαφορετικά από την ακολουθία της Κυριακής.

Σήμερα η Λειτουργία των Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων τελείται συνήθως κατά την εσπέρα μέσα στον εσπερινό, αλλά για την διευκόλυνση των πιστών τελείται σε μερικούς ναούς κατά τις πρωινές ώρες, όπως και τις Παρασκευές που το βράδυ έχουμε την ακολουθία των χαιρετισμών της Παναγίας μας.

Η Λειτουργία των Προηγιασμένων τελείται όλες τις Τετάρτες και Παρασκευές της Μ. Τεσσαρακοστής.

Ο χαρακτήρας της είναι πένθιμος γι αυτό τον λόγο και οι ύμνοι κ τα άμφια τον Ιερέων είναι πένθιμα λόγο της περιόδου της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα τελείται η προηγιασμένη Θ.Λ, μόνο τις τρεις πρώτες μέρες αυτής (Μ. Δευτέρα, Μ. Τρίτη και Μ. Τετάρτη). Επίσης τελείται προηγιασμένη Θεία Λειτουργία και κατά τις ημέρες εορτών ευρισκομένων εντός της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής.

Αγαπητοί μου φίλοι και αδελφοί η Θεια Λειτουργία των Προηγιασμένων Τιμίων Δωρων είναι μια από τις ομορφότερες και κατανυκτικές ακολουθίες της Εκκλησίας μας.

Είναι μια πρόσκληση όπου μπορούμε να έρθουμε ποιο κοντά με τα θεια μυστήρια.

Μια φωνή που φωνάζει από μέσα μας ότι δεν μπορούμε να ζούμε την ζωή του Χριστού η κοντά στον Χριστό αν δεν ενωθούμε με την Πηγή της ζωής δηλ , με το Σώμα του και το Αίαμα Του.

Ο Χριστός μας είναι η Ζωή Ημών…!!!

Χωρίς τον Χριστό η Ζωή μας είναι άδεια ………..κ όσο ποτέ αυτήν την περίοδο της Αγίας Τεσσαρακοστής πρέπει να παρακολουθούμε όλες, αυτές τις όμορφες κατανυκτικές ακολουθίες της Εκκλησίας μας, όσο ποιο συχνά μπορούμε για να μπορέσουμε να αντλήσουμε δύναμη και υπομονή για τον δύσκολο πνευματικό αγώνα μας.

Στον Ιερό ναό μας του Αγίου Πολυκάρπου Μενεμένης θα τελέσουμε αύριο 16/3/2016 και ώρα 7μ.μ την πρώτη μας προηγιασμένη Θεία Λειτουργία με φόβο αλλά και πίστη Θεού.

Σας περιμένουμε να συν προσευχηθούμε όλοι μαζί.
Με αγάπη Χριστού
π.Στυλιανός Χαρπαντιδης

Κυριακή της Συγγνώμης

 

Μόλις είχε σουρουπώσει. Ο παππούς μου φόρεσε τα καλά του, γυάλισε για μια ακόμη φορά τα παπούτσια του, κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και μου είπε:

-Έλα Κωνσταντίνε, αρχίζει ο εσπερινός της συγγνώμης, πάμε, δεν ακούς την καμπάνα, έλα στην Εκκλησία;

-Τι λες, ρε παππού, τα έχεις χαμένα; Βραδιάζει. Εκκλησία πήγαμε σήμερα το πρωί, πάλι θα πάμε;

-Μάλλον δεν θα έχεις ακούσει ποτέ για τον Εσπερινό της Συγγνώμης…

-Εσπερινός της Συγγνώμης; Τι είναι αυτό;

-Έλα μαζί μου και θα δεις.

Η αλήθεια είναι ότι ο παππούς μου δεν ήταν και πολύ ομιλητικός. Αγαπούσε πολύ την εκκλησία από παιδάκι που ήταν, γιατί τον πήγαινε και εκείνον η γιαγιά του. Παρόλο που όταν μεγάλωσε σταμάτησε να πηγαίνει γιατί είχε αφοσιωθεί πολύ στην δουλειά του, όπως έλεγε, πάντα του έλειπε η αίσθηση της κοινής προσευχής, της ησυχίας. Κάποια στιγμή στην ζωή του, συνέβη κάτι απροσδόκητο -πέθανε η γιαγιά μου- και τότε βρήκε μοναδική στήριξη, καταφυγή και ελπίδα στην εκκλησία. Οι γονείς μου τον έλεγαν θρήσκο και η κόρη του μερικές φορές τον κορόιδευε, αλλά εκείνος ποτέ δεν τους κακοκάρδιζε. Έλεγε μέσα του: “Δεν ξέρουν, όπως δεν ήξερα κι εγώ και γι’ αυτό δεν με καταλαβαίνουν, θα έρθει κάποια στιγμή και η δική τους ώρα.”

Εγώ τον αγαπούσα πολύ τον παππού μου. Συνήθιζε να μου λέει για το πόσο σημαντική είναι η κατάνυξη για τον άνθρωπο και όταν τον ρώταγα τι θα πει κατάνυξη, μου έλεγε ότι είναι ένα συναίσθημα που έχει κανείς όταν νιώθει την καρδιά του ανοικτή, όταν νιώθει ότι αγαπάει τόσο πολύ τον Θεό και τους ανθρώπους που κυριαρχεί μόνο μια σκέψη στο μυαλό του: “Θεέ μου, να μας έχεις όλους καλά, όλοι είμαστε παιδιά σου, και εκείνοι που σε λατρεύουμε και εκείνοι που σε αγνοούμε. Θεέ μου χαίρομαι που υπάρχεις στην ζωή μου…”. Μου έλεγε όμως ότι για να βοηθηθεί η ψυχή και να νιώσει αυτό το συναίσθημα, δημιουργούμε και τις κατάλληλες συνθήκες, δηλαδή “Όπως εσύ θα πάς σε ένα πάρτι για να διασκεδάσεις που θα έχει έντονα φώτα και πολύ δυνατή μουσική, έτσι και εμείς στην εκκλησία για να νιώσουμε κατάνυξη χαμηλώνουμε τα φώτα και η ψαλμωδία είναι ταπεινή, χωρίς μεγάλα σκαμπανευάσματα, για να μπορούμε να συλλογιζόμαστε τις αδυναμίες και τα λάθη μας και έτσι να χωράμε και τους άλλους ανθρώπους στην καρδιά μας, να τους συγχωρούμε, να τους αγαπάμε.”

Δεν ξέρω για ποιον λόγο, αλλά εκείνο το απόγευμα, αποφάσισα να τον ακολουθήσω. Μήπως ήταν τα μάτια μου που είχαν κουραστεί από τις πολλές ώρες μπροστά στον υπολογιστή; Μήπως ήταν ότι αρκετοί φίλοι μου είχαν φύγει για το τριήμερο; Μάλλον ήταν που είχα βαρεθεί να κάνω όλη την ώρα τα ίδια πράγματα.

Δεν πέρασε πολλή ώρα μέχρι να μπούμε στην εκκλησία. Ανάψαμε ένα κερί και καθίσαμε στην πρώτη σειρά. Τα φώτα ήταν χαμηλωμένα, κυριαρχούσε παντού η μυρωδιά του λιβανιού. Αφού παρατήρησα όλες τις εικόνες του τέμπλου μία μία, άρχισα να κουράζομαι. Όλη την εβδομάδα που τρέχω από φροντιστήριο σε φροντιστήριο και από το σχολείο στο μπάσκετ, ανυπομονώ να βρώ λίγο χρόνο για να κάθομαι και να μην κάνω τίποτα και εκείνη την στιγμή που είχα βρεί τον χρόνο, ένιωθα να βαριέμαι. Νοσταλγούσα την οθόνη του υπολογιστή με την οποία συνειδητοποιούσα τελικά ότι ήμουν εξαρτημένος.

Άρχισα να παρατηρώ την εκκλησία στο μισοσκόταδο. Ήταν εντελώς διαφορετική σε σχέση με όλες τις άλλες φορές που είχα πάει. Υπήρχε μεγάλη ησυχία και ακινησία. Αν και όσο περνούσε η ώρα η εκκλησία γέμιζε, οι άνθρωποι δεν ήταν σαν τις άλλες φορές. Δεν ήταν ανυπόμονοι να τελειώσει, ούτε μιλούσαν μεταξύ τους. Όλοι έδειχναν σκεπτικοί. Ένιωθες βλέποντάς τους ότι συμμετέχουν σε κάτι κοινό, σε κάτι πολύ ουσιαστικό, ένιωθες ειλικρινή προσευχή. Εάν όντως υπάρχει και άλλος κόσμος και δεν υπάρχουν μόνο αυτά που βλέπουμε, ένιωθα ήδη να βρίσκομαι εκεί.

Την ακινησία ήρθε να διακόψει η Είσοδος του Ιερέα με το θυμιατό. Όλοι σηκωθήκαμε όρθιοι και η ψαλμωδία ξαφνικά έγινε πιο αργή. Οι πιστοί άρχισαν να σκύβουν και να σηκώνονται και ένιωθες ότι η προσευχή γίνεται πιο έντονη. Συμμετείχε και το σώμα στην προσπάθεια της ψυχής να φτάσει η προσευχή στον ουρανό. Ο παππούς μου έστεκε αγέρωχος δίπλα μου και μου σιγοψυθίριζε “Κάτσε εσύ, δεν είναι ανάγκη να κουράζεσαι…”

Μετά την είσοδο, άρχισε ο παπάς μαζί με τον νεωκόρο να αλλάζουν τα άμφια, δηλαδή τα καλύμματα, της Αγίας Τραπέζης. Το βαθύ πορφυρό διαδέχτηκε το φανταχτερό λευκό χρώμα που μέχρι τότε στόλιζε όλη την εκκλησία. Τραβάω τον παππού μου και τον ρωτάω:

-Καλά, γιατί λέγεται “εσπερινός της συγγνώμης”;

-Θα δείς τώρα, μου απαντά

Δεν πέρασαν παρά λίγα λεπτά. Ο Ιερέας έκανε την απόλυση, δηλαδή είπε τις τελευταίες ευχές της ακολουθίας, και μετά έσκυψε προς το μέρος των πιστών λέγοντας “συγχωρήστε με αδελφοί”. Από εκείνη την στιγμή και μετά ξεκίνησε να συμβαίνει κάτι που δεν το βλέπει κανείς πουθενά. Ούτε μετά από νίκη της αγαπημένης του ομάδας στο ποδόσφαιρο. Ένας ένας, όλοι οι πιστοί ξεκίνησαν να αγκαλιάζονται και να φιλάει ο ένας το μάγουλο του άλλου. Όλη η εκκλησία απέκτησε μια κίνηση, έγινε ένα σώμα. Στεκόμουν αμήχανος και τους κοίταζα. Προσπάθησα να ακούσω τι λένε. Αφουγκράστηκα ένα “συγχώρεσέ με” να βγαίνει από τα χείλη του καθενός. Υπήρχε μια λαμπρότητα στην ατμόσφαιρα, παρόλο το μισοσκόταδο. Πήγαζε από το πρόσωπο του καθενός που ζήταγε συγχώρεση. Όλοι αγκάλιαζαν και φιλούσαν όλους.

Από την αμηχανία ήρθε να με βγάλει ο παππούς. Με ασπάστηκε και μου ζήτησε συγγνώμη. Ήταν η αφορμή να αρχίσω να ζητώ και εγώ συγγνώμη από όλους τους πιστούς. Έγινα και εγώ ένα σώμα μαζί τους. Μίλαγα και αισθανόμουν δικούς μου ανθρώπους ακόμη και πρόσωπα με τα οποία δεν είχα ανταλλάξει κουβέντα μέχρι εκείνη την στιγμή. Όλοι γελαστοί και πρόθυμοι να σε αγκαλιάσουν. Εάν όντως ένιωσα κατάνυξη μια φορά στην ζωή μου, εάν όντως υπάρχει κάποια στιγμή που κυριάρχησε στο μυαλό μου το “Θεέ μου, να μας έχεις όλους καλά” ήταν εκείνη την στιγμή. Ήμουν έτοιμος να αγκαλιάσω τον οποιοδήποτε. Ακόμη και την Αγγελικούλα που μου έκανε την ζωή δύσκολη στο σχολείο. Ακόμη κι αν ήταν κι αυτή εκείνη την στιγμή στην εκκλησία, θα της ζητούσα συγγνώμη.

Νύχτωσε. Μετά το ζεστό τσάι που ήπιαμε στην αίθουσα κάτω από την εκκλησία και τις κουβέντες που πιάσαμε με τους φίλους του παππού, πήραμε τον δρόμο για το σπίτι. Ένα αίσθημα πληρότητας κυριαρχούσε μέσα μου.

-Μα καλά όμως, γιατί ζητάμε συγγνώμη από όλους, ρώτησα τον παππού μου. Γιατί ζητάμε ακόμη και από ανθρώπους που δεν τους έχουμε κάνει τίποτα;

-Στην εκκλησία παιδί μου δεν μένουμε ποτέ στάσιμοι, μου είπε ο παππούς μου. Η συγγνώμη έχει μια δυναμική. Ζητάμε συγγνώμη ακόμη και από αυτούς που δεν έχουμε μιλήσει μαζί τους, διότι σημαίνει ότι κι αυτούς μπορεί να τους στεναχωρήσαμε. Εάν ήμασταν καλύτεροι, και με αυτούς θα είχαμε μιλήσει. Ή ακόμη κι αν δεν είχαμε μιλήσει, θα μπορούσαμε έστω να τους είχαμε χαρίσει ένα χαμόγελο. Ζητάμε συγγνώμη ακόμη και για το χαμόγελο που δεν δώσαμε απλόχερα σε όλο τον κόσμο. Όχι όμως για να νιώσουμε ότι δεν αξίζουμε τίποτα, ούτε για να πούμε μια ψεύτικη συγγνώμη, αλλά για να προσπαθήσουμε να γίνουμε λίγο καλύτεροι. Για να φύγουμε από την θλίψη και την συνήθειά μας και να γίνουμε λίγο πιο δραστήριοι. Για να κινηθούμε προς την αγάπη.

Πάντα είχε έναν τρόπο για να με συγκινεί ο παππούς μου. Από εκείνη την ημέρα δεν έγινε κάποια θεαματική αλλαγή. Ωστόσο, από τότε κάθε φορά που έβλεπα κάποιον άγνωστο, σίγουρα ήμουν λίγο πιο πρόθυμος να του χαρίσω ένα χαμόγελο.

ΓΕΡΩΝ  ΑΠΟΛΛΩ  ΔΟΧΕΙΑΡΙΤΗΣ